slider

Naxios Το πρώτο blog των Κυκλάδων

Naxios

«Οι μουσικοί δρόμοι της Νάξου: ταυτότητες – η κινητικότητα του χορευτικού τραγουδιού».

Άρθρο του Μανόλη Σέργη, Επίκουρου Καθηγητή Λαογραφίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

Στην εφημερίδα: «ΧΩΡΑΪΤΗΣ» – ΔΙΜΗΝΗ ΕΚΔΟΣΗ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΧΩΡΑΪΤΩΝ ΝΑΞΟΥ

ΑΡΙΘ. ΦΥΛΛΟΥ 129 – ΙΟΥΝΙΟΣ – ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2010, σελ. 11

Spot στο Internet για την εκδήλωση:

Μια ξεχωριστή εκδήλωση του φετινού καλοκαιριού

Η εκδήλωση με θέμα «0ι μου­σικοί δρόμοι τηςΝόξου: ταυτότητες - η κινητικότητα του χορευτικού τραγουδιού» που είχε την τιμή να φιλοξενήσει το Γλινάδο στον πα­νέμορφο αύλειο χώρο του «ξενώνα του Μπέη» στις 10 του Αυγούστου αποτελεί για τον υπογραφόμενο ένα από το σημαντικά «πολιτιστικά δρώμενα» του φετινού ναξιακού καλοκαιριού. Την οργάνωσαν από κοινού η Ο.ΝΑ.Σ. και οι πολιτιστι­κοί σύλλογοι Γλινάδου, Αγερσανιού και Τριπόδων, με τη συμπα­ράσταση του Π.Ο.Δ.Ν. και της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Νάξου, που ήταν ο μεγάλος της χορηγός.


Ήταν σημαντική, γιατί ήταν μια ξεχωριστή εκδήλωση (ξεχωριστό είναι αυτό που διακρίνεται από άλλα ομοειδή, διακρίνεται). Ήταν ευκρινώς διακριτή από ανάλογες παραπλήσιες του είδους της, από αυτές που καλύπτονται υπό τον γενικό (αμφισβητούμενο κατ’ εμέ) όρο «πολιτιστικές εκδηλώσεις». Ήταν δε ξεχωριστή, γιατί συνδύα­σε με επιτυχία αυτά που ο γράφων θεωρεί αισθητικά ωραίο, επιστημο­νικό και πνευματικά – κοινωνικά επωφελές. Για το τελευταίο κρίνω σκόπιμο να αναφέρω με θαυμασμό την αξιοπρόσεκτη προσοχή με την οποία παρακολούθησε την πολύ­ωρη εκδήλωση το -ούτως ή άλλως- ετερώνυμο κοινό της, υπέρ τα 1200 άτομα κατά τους διοργανωτές της.

Ο συνάδελφος κ. Σταύρος Σπηλιάκος, ο επιστημονικός υπεύθυ­νος, απέδειξε (με επιστημονικό τρόπο δηλαδή) μια παλιά, αλλά ισχύουσα ακόμη σε πολλές περι­πτώσεις, ως ερμηνευτικό εργαλείο, θεωρία: αυτή της διάχυσης των πολιτισμικών φαινομένων (του χο­ρευτικού τραγουδιού εν προκειμέ­νω) μέσα σε ένα ευρύτερο πολι­τισμικό κύκλο, μέσα στον οποίο λαοί, κοινωνικές και εθνικές ομά­δες και προϊόντα, ποικίλων ειδών, μετακινούνται, μεταβιβάζονται αυ­τούσια είτε παραλλάσσονται, αφο­μοιώνονται, αποδίδονται από τον αποδέκτη τους ως δικά του πολι­τισμικά προϊόντα στα υπόλοιπα μέλη του ίδιου κύκλου, για να αρχίσει έτσι η αντίστροφη δημιουρ­γική πορεία. Φυσικά, ο κ. Σπηλιάκος με την ερμηνεία του δέχεται αυτομάτως ως ερμηνευτική επιστη­μονική αρχή μια άλλη, μια μορφή της μονογένεσης, σύμφωνα με την οποία τα πολιτισμικά προϊόντα πα­ράγονται σε μια περιοχή απ’ όπου και διαχέονται, με ποικίλους τρό­πους, στα υπόλοιπα μέρη με τα οποία ο εν λόγω χώρος έρχεται σε επικοινωνία.

Η Νάξος βρέθηκε – λόγω θέσης γεωγραφικής και φυσικά λόγω του χαρακτήρα των ανθρώπων της -στην προνομιακή κατάσταση να δέχεται ανέκαθεν το «ξένο», να αντιμετωπίζει με αυστηρές επιλογές (επιλεκτικά) τα εισαγόμενα πολιτι­σμικά προϊόντα, αλλά και να εξάγει τα «δικά» της αυτοφυή ή επείσακτα που μεταλλάχτηκαν υπό την επί­δραση τον δημιουργικού πνεύμα­τος των ανθρώπων της. Όσο και αν σας φανεί παράξενο, αισθάνθηκα ευτυχής που παρέστην σ’ αυτήν την εκδήλωση και άκουσα άλλη μια

φορά το επιστημονικό της περιεχό­μενο, γνωστό σε μένα από παλαιό­τερες εισηγήσεις του κ. Σπηλιάκου. Αισθάνθηκα ευτυχής γι’ αυτήν την αφομοιωτική και συνάμα δημιουρ­γική δύναμη του ναξιακού λαού, ο οποίος, ως δέκτης οικειοποιείται τα ξενόφερτα, τα μεταπλάθει, τους επιθέτει την προσωπική του σφρα­γίδα, χαράσσει σ’ αυτά τον συναι­σθηματικό του κόσμο, τα μπολιάζει με το δημιουργικό του πνεύμα. Ο αείμνηστος Μάνος Χατζηδάκις έλε­γε – για τον «επώνυμο» καλλιτέχνη – τα εξής περίπου: «μεγάλος, πραγ­ματικός είναι ο καλλιτέχνης εκείνος που μπορεί και κλέβει, όχι εκείνος που μιμείται». Μεταφέροντας τη σκέψη του στο παράδειγμα μας, ο ναξιώτης δημιουργός (επώνυμος κυρίως) έκλεψε δημιουργικά, αφού έθεσε τη δική του σφραγίδα σε ξενόφερτα μοτίβα, τα οποία αργό­τερα εξήγε ως δικά του, ως γνήσια δικά του, ως ακραιφνή ναξιακά πνευματικά προϊόντα. Ό,τι αποκα­λεί σήμερα σύμπασα η Ελλάδα (και βαυκαλιζόμεθα εμείς οι Ναξιώτες να επαναλαμβάνουμε αυτάρεσκα) «νησιώτικο τραγούδι» παραπέμπει σχεδόν μοναδικά (μονομερώς) στο ναξιώτικο. Σας υπενθυμίζω ότι μέ­σα σε μια 40ετία ο ναξιακός πολι­τισμός άφησε σχεδόν οριστικά πί­σω του τον πρότερον μουσικό πολιτισμό του, βασισμένον στο τζαμπουνοντούμπακο, και πέρασε δημιουργικά στην «εποχή του Βιο­λιού», με το οποίο, ως κύριο μου­σικό όργανο δημιουργίας σ’ αυτήν την περίοδο (1920-1960), έδωσε στην παραδοσιακή ελληνική μου­σική τα αθάνατα νησιώτικα τρα­γούδια «μας», συνταυτισμένα -ό­πως μόλις προείπα- στη συνείδηση του ελληνικού κοινού με το νησί μας. Οι μελλοντικοί ερευνητές του μουσικού μας πολιτισμού θα πρέπει να οικειοποιηθούν τους όρους «η προ και η μετά την “εισβολή” του βιολιού στη Νάξο μουσική περίο­δος της».

Κάποιοι αναγνώστες μου και θεατές της παράστασης είμαι βέ­βαιος ότι θα ένιωσαν κάπως άβολα, όταν, αποδεδειγμένα, η παγιωμένη άποψη τους για το τι θεωρούσαν μέχρι τώρα ακραιφνώς δικό τους πολιτισμικό προϊόν ανατράπηκε άρδην. Χαίρομαι και γι’ αυτό. Επι­τέλους πρέπει να δοθεί οριστικό τέλος στις πολιτιστικές εκδηλώσεις που αναμασούν τετριμμένες «αλή­θειες», που αναπαράγουν ανιστό­ρητα «συμπεράσματα», που λαϊκί­ζουν ασύστολα ή που αναπαρά­γουν συνειδητά τον επιβεβλημένο, αυτάρεσκο, μονολιθικό λόγο της «κυρίαρχης» μιας τοπικής κοινότη­τας αποκλείοντας απ’ αυτήν κάθε άλλη φωνή, αφού θεωρείται εκ προοιμίου «ανατρεπτική».

Η Ο.ΝΑ.Σ. υπό τη νέα της διοίκηση, έδωσε ένα δείγμα γρα­φής ελπιδοφόρο πάντως περί του πώς αντιλαμβάνεται την έννοια της πολιτιστικής εκδήλωσης όσον α­φορά στον τομέα της μελέτης του ναξιακού πολιτισμού. Ελπίζω ότι το ελπιδοφόρο αυτό ξεκίνημα θα έχει και συνέχεια, με δράσεις αναλόγου περιεχομένου και ίδιας ποιότητας, θεωρώ επίσης ότι ήγειρε δημιουρ­γικές σκέψεις και προβληματισμό στους νυν και τους επίδοξους «διαχειριστές» του ναξιακού πολι­τισμού.

Βεβαίως πίσω από τους θε­σμούς βρίσκονται συγκεκριμένα πρόσωπα, που τους καταξιώνουν με την «στρατηγική» που επιλέγουν και τις δράσεις τους. Δεν παραγνω­ρίζω τη συνεισφορά όλων όσοι ενεπλάκησαν με τον τρόπο τους σ’ αυτήν την εκδήλωση, μπορώ όμως να επιμερίσω την συνεισφο­ρά τους και να αποδώσω το μεγα­λύτερο μέρος της επιτυχούς τελικά προσπάθειας σε τρία πρόσωπα: τον επιστημονικό εργάτη της συνάδελ­φο κ. Σπηλιάκο, το φίλο και συγ­χωριανό μου κ. Νίκο Μαϊτό (Πρό­εδρο της Ο.ΝΑ.Σ.) και φυσικά τον δεξιοτέχνη του βιολιού και έξοχο μουσικό κ. Νίκο Χατζόπουλο, ο οποίος, ανέλαβε με την θαυμάσια ορχήστρα του το μουσικό τμήμα της και μας μετέφερε με τις νότες του είτε στα ουράνια είτε στα κατάβαθα της ανθρώπινης μελαγ­χολίας: αυτής που κρύβει στα «σώψυχά» της η θεωρούμενη «εύθυμη» ναξιώτικη / νησιώτικη μουσική.

Συγκεντρωτικά: ήταν μια παρά­σταση φροντισμένη σχεδόν άψογα στα τεχνικά της στοιχεία και στα τυπικά της οργάνωσης της. Επιστη­μονικά στέρεη, ως προϊόν μακροχρόνιας έρευνας του κ. Σπηλιάκου, γνώστη της λαμπρής εκδοχής του τοπικού μας μουσικοχορευτικού πολιτισμού.

Και μια ακροτελεύτια παρατήρη­ση: Ήταν όμως μια παράσταση, με υλικά από τον λαϊκό μας μουσικό πολιτισμό, την οποία δημιούργησε / αναπαρήγε (ως τελικό προϊόν) μια ομάδα ανθρώπων. Ήταν μια άνω­θεν δημιουργημένη με πολύ κόπο παράσταση, που παρήχθη από «ει­δικούς» προς άμεση κατανάλωση από το ναξιακό κοινό-καταναλωτή. Ευτυχώς επαναλαμβάνω, ήταν μια καθ’ όλα επιτυχημένη παράσταση. Και από την έποψη -με ενδιαφέρει πρωτίστως- της πρόσληψης της από το κοινό, ασυνήθιστο σε τέτοιου είδους θεάματα. Όμως το ζητούμε­νο για μένα είναι πότε και πώς ο λαός-καταναλωτής πολιτιστικών προϊόντων (που εκείνος δημιούρ­γησε στην ιστορική του πορεία ή δημιουργεί τώρα) θα γίνει επιτέ­λους ο ίδιος παραγωγός, perfor­mer, επιτελεστής και ταυτόχρονα καταναλωτής του πνευματικού / υλικού προϊόντος τού πολιτισμικού του κόσμου.

Μανόλης Γ. Σέργης

Απόσπασμα από τον επίλογο της εκδήλωσης

Δεν υπάρχουν σχόλια: