Με τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στην εξουσία, για πρώτη φορά δημιουργήθηκε κακό ψυχολογικό κλίμα και στους Ολυμπιακούς Αγώνες:
Ούτε τα Ολυμπιακά Μετάλλια, που με τόσο κόπο και τόση προσπάθεια πέτυχαν οι αθλητές και οι αθλήτριές μας, κατάφεραν με τη λάμψη τους να καλύψουν έστω και για λίγο την εθνική μας μιζέρια.
Ούτε η Ολυμπιακή Εκεχειρία έφερε την αναγκαία ανακωχή στο εμφυλιοπολεμικό κλίμα που επικρατεί στη χώρα.
Με δυσκολία βρήκαν οι επιτυχίες ένα κομμάτι της καρδιάς για να φωλιάσουν εκεί και να την κάνουν να ξεχάσει μουρμούρες και καταγγελίες.
Αυτό που δημιουργήθηκε ήταν ένα απαράδεκτο συγκρουσιακό κλίμα, όπου όλοι βρέθηκαν εναντίον όλων.
Το «εθνικό σπορ», η δολερή διχόνοια, στην οποία τόσο εύστοχα είχε αναφερθεί ο Εθνικός μας Ποιητής, κυριάρχησε παντού, προκαλώντας – για πρώτη φορά – πρόβλημα και στην καθιερωμένη τελετή τιμής και ευχαριστιών, εκ μέρους όλου του Έθνους, στο Προεδρικό Μέγαρο.
Τα γεγονότα είναι γνωστά και δεν θα μπω σε ονοματολογία:
Γκρίνιες για την αδυναμία του Κράτους να ενισχύσει την προσπάθεια των αθλητών μας, δηλώσεις που σκοπό είχαν να περιορίσουν το εύρος της νίκης και τους «δικαιούχους» της, λοιδορίες για τα συγχαρητήρια από τα κόμματα και τους αρχηγούς τους, η «Αυγή» να κηρύσσει τον πόλεμο στους Ολυμπιονίκες μας, ο αρμόδιος υφυπουργός να συνοδεύει τα συγχαρητήρια με βολές κατά των «προηγούμενων» στη διακυβέρνηση, σποτάκια χορηγών από όπου απουσιάζει οποιαδήποτε λέξη η οποία να παραπέμπει στην Ελλάδα.
Λοιπόν, για να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους:
-Η Ελλάδα, η Ιστορία της, οι διαχρονικοί αγώνες της για την Ελευθερία, τη Δημοκρατία, το Ολυμπιακό Πνεύμα, η συμβολή της στη φιλοσοφία, στις επιστήμες, στον αθλητισμό είναι η χώρα που δημιουργεί ιστορικά τις συνθήκες και το πνευματικό και ηθικό υπόβαθρο για την ανάπτυξη και τις επιτυχίες των νέων γενιών. Αυτό φυσικά ισχύει για όλες τις χώρες. Κανένας αθλητής δεν κατέβηκε από τον Άρη, αγωνίστηκε, πήρε το μετάλλιο και… ξαναμπήκε στο διαστημόπλοιο για τον Άρη. Κάθε αθλητής έχει μια συγκεκριμένη πατρίδα, με το δικό της σύστημα αξιών γαλουχήθηκε και έφθασε στην κορυφή. Και όλοι αγωνίζονται στο όνομα της πατρίδας τους. Σ' αυτήν αφιερώνουν τα μετάλλιά τους και γι' αυτήν (μικρή ή μεγάλη, πλούσια ή φτωχή) νιώθουν ευγνωμοσύνη. Όταν ψάλλουν τον εθνικό τους ύμνο, την πατρίδα τους έχουν στο νου και στην καρδιά τους – και ακολουθούν η οικογένεια, οι φίλοι, οι προπονητές, οι χορηγοί. Γιατί η ύπαρξη της πατρίδας επιτρέπει να υπάρχουν όλα τα υπόλοιπα.
-Όταν ένα Κράτος ξοδεύει για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, το κάνει από τον κρατικό προϋπολογισμό, δηλαδή από τους φορολογούμενους. Όσο κι' αν στην Ελλάδα υπάρχει η αντιπαλότητα Κράτους – πολιτών, το Κράτος δεν κόβει λεφτά από τον τοίχο. Τα παίρνει από τους φορολογούμενους. Επομένως, κάθε φορά που κάποιος γκρινιάζει επειδή το Κράτος δεν του έδωσε τούτο ή εκείνο, ουσιαστικά δηλώνει πως δεν του έδωσε χρήματα αυτός που αγωνίζεται να εξοικονομήσει χρήματα για να ζήσει την οικογένειά του. Αν το Κράτος κάνει καλή ή κακή διαχείριση των χρημάτων που λαμβάνει από τους φορολογούμενους, αυτό είναι άλλου παππά ευαγγέλιο. Και σχετίζεται με τον τρόπο που όλοι (διαμαρτυρόμενοι και μη) διαθέτουν την ψήφο τους – είτε όταν ψηφίζουν, είτε όταν ΔΕΝ ψηφίζουν. Αυτή, η ψήφος στις εκλογές, είναι πάντα η κρίσιμη επιλογή.
-Όταν τα κόμματα και οι αρχηγοί τους δίνουν τα συγχαρητήριά τους, το κάνουν εκπροσωπώντας κομμάτια του ελληνικού λαού. Τι να κάνουμε; Η Δημοκρατία μας είναι αντιπροσωπευτική και κοινοβουλευτική. Το «άλλο» είναι η δικτατορία!
-Οφείλουμε όλοι επιτέλους να καταλάβουμε πως δεν πρέπει να ρωτάμε τι έκανε η πατρίδα μας για μας, αλλά τι κάναμε εμείς για την πατρίδα μας. Όταν ψηφίζουμε με το θυμικό μας, πιστεύοντας σε ψέματα τύπου «ο ΕΝΦΙΑ θα καταργηθεί» ή όταν δεν πάμε να ψηφίσουμε, στη λογική του «όλοι είναι ίδιοι», τότε η ευθύνη είναι όλη δική μας – ακόμη και για το δεύτερο όπλο που δεν είχε στη διάθεσή της η Κορακάκη.
-Όταν οι Έλληνες έχαναν τη ζωή τους στο «Μαύρο 1897» ή όταν ξυπόλυτοι πολεμούσαν στην Πίνδο, δεν το έκαναν ούτε για τον Δηλιγιάννη, ούτε για τον Μεταξά. Άσχετα αν ο πρώτος τους οδήγησε σε έναν καταστροφικό πόλεμο με τη δημαγωγία του, άσχετα αν ο δεύτερος τους είχε επιβάλει ένα δικτατορικό καθεστώς, αλλά δεν τους οδήγησε στην παράδοση – αυτά είναι θέματα που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο τα κρίνει η Ιστορία και η ζώσα μνήμη. Ωστόσο, σε όλες τις περιπτώσεις οι Έλληνες πολέμησαν για την Ελλάδα. Σκεφθείτε πως όταν οι Γυναίκες της Πίνδου μετέφεραν στην πλάτη τους τα πυρομαχικά, δεν είχαν ακόμη ούτε δικαίωμα ψήφου! Τι έπρεπε να πουν; «Η πατρίδα μου δεν με θεωρεί ικανή ούτε να ψηφίσω, εγώ γιατί να την βοηθήσω;». Με λίγα λόγια, για την Ελλάδα πολεμάς, είτε έχεις για αρχηγό τον Ελευθέριο Βενιζέλο, είτε όχι – άλλο αν είναι προτιμότερο να έχεις αρχηγό τον Ελευθέριο Βενιζέλο.
Επομένως:
-Όταν οι αθλητές μας κάνουν την προσπάθειά τους, αυτό που ονειρεύονται είναι να ψάλλουν τον εθνικό ύμνο βλέποντας την γαλανόλευκη να κυματίζει ψηλά και πρώτη.
-Όταν οι οικογένειες και οι προπονητές στηρίζουν τους αθλητές μας, αυτήν την εικόνα έχουν ως στόχο – όπως αυτήν την εικόνα έχουν στο μυαλό τους και οι οικογένειες και οι δάσκαλοι των νέων που επιστρέφουν νικητές από τις Μαθητικές Ολυμπιάδες.
-Όταν οι χορηγοί δίνουν τα χρήματά τους – πράξη αξιοσέβαστη και άξια πολλών επαίνων – δίνουν μέρος των χρημάτων που εξασφαλίζουν δραστηριοποιούμενοι σ' αυτή τη χώρα και κερδίζοντας από τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που αγοράζει αυτός ο λαός.
-Όταν ένας υπουργός μιλάει με αφορμή τα ολυμπιακά μετάλλια, μιλάει εκ μέρους της χώρας και όχι εκ μέρους της κυβέρνησής του.
Κοντολογίς:
Δηλώσεις του τύπου «θέλω να ευχαριστήσω αποκλειστικά την οικογένειά μου, τους φίλους μου, όσους με στηρίζουν πριν γίνει όλο αυτό και όσους θα με στηρίζουν αφού τελειώσει όλο αυτό» ή «τα μετάλλια, η λάμψη της προσπάθειας, ανήκει στους αθλητές, τους προπονητές τους στις οικογένειες τους, οι οποίες βοήθησαν να φτάσουν μέχρι εδώ», περιορίζουν το εύρος της επιτυχίας σε έναν πολύ κλειστό κύκλο, αφαιρούν από τους αθλητές το αναφαίρετο δικαίωμά τους να αγωνίζονται για την πατρίδα τους και από τους Έλληνες να χαίρονται και να αισθάνονται πως νίκησαν μαζί με τους αθλητές της πατρίδας τους.
(Σημειώνω εδώ πως στον αντίποδα βρίσκονται δηλώσεις όπως «Ναι ρε φίλε, ναι ρε Ελλάδα! Σε κάθε δήλωσή μου μέχρι τώρα έλεγα "πάμε Ελλάδα", γιατί έχουμε την ψυχή να πάμε εκεί που μας αξίζει. Κι εδώ αυτό ήρθαμε να κάνουμε. Να ακουστεί ο Εθνικός ύμνος στο Ρίο» και «Ένα κομμάτι αυτού του μεταλλίου ανήκει σε όλους τους Έλληνες» (Πετρούνιας) και «είναι πολύ ωραία που είμαι εδώ, από εδώ ξεκίνησα να κολυμπάω, εδώ έμαθα τα πρώτα κολυμβητικά «βήματα», είναι πολύ όμορφο που γύρισα εδώ και τελειώνει η καριέρα με ένα τόσο ωραίο τρόπο» και «οφείλω πολλά στο νησί μου. Ήταν αυτό που με έκανε να αγαπήσω την θάλασσα και νομίζω ότι την Τρίτη που ήταν ο αγώνας, θυμήθηκα τα παιδικά μου χρόνια που κολυμπούσα τόσο πολύ στην θάλασσα και μάλιστα όσο αφορά την τακτική και το κύμα που συνάντησα στο Ρίο, ήταν τόσο εύκολο και οφείλω πολλά στο νησί» (Γιαννιώτης, μιλώντας για την ιδιαίτερη πατρίδα του, την Κέρκυρα, δηλαδή για την Ελλάδα). Αξίζει να αναφέρουμε εδώ και τις δηλώσεις στον «Εθνικό Κήρυκα»του ομογενή Ολυμπιονίκη Αλέξανδρου Μασιαλά, που κέρδισε δύο μετάλλια, αργυρό και χάλκινο, στην ξιφασκία: «Είμαι πολύ υπερήφανος που είμαι Έλληνας και έχω το όνομα 'Μασιαλάς' όταν ξιφομαχώ» και «Η Ελλάδα έχει μία τόσο όμορφη και εμπνευσμένη ιστορία η οποία μετράει σε πολλούς αιώνες και συμπεριλαμβάνει τα μαθηματικά, τη φιλοσοφία, τη Δημοκρατία και φυσικά τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Είναι μία καταπληκτική αίσθηση να είμαι μέρος της ελληνικής κληρονομιάς και να προσθέτω τη δική μου συνεισφορά σ' αυτή». Γιατί υπήρξαν και δηλώσεις που μας έκαναν να χαμογελάσουμε).
Τέλος, διαφημιστικά σποτάκια που εμφανίζουν μόνο την προσωπική προσπάθεια των αθλητών και την οικονομική συμβολή των χορηγών, παρουσιάζοντας τους αθλητές σε ένα περιβάλλον που θα μπορούσε να βρίσκεται οπουδήποτε στον κόσμο χωρίς καμιά αναφορά στην Ελλάδα, δεν βοηθούν στην επιστροφή των καταθέσεων και απλώς δείχνουν πως μια ακόμη παράπλευρη απώλεια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είναι και ο αφελληνισμός των ελληνικών τραπεζών – ό,τι κι' αν λέει ο Δραγασάκης!
Γιατί όποιοι κι' αν πλήρωσαν, τα μετάλλια ανήκουν στην Ελλάδα!