Πέντε μύθοι και η σκληρή πραγματικότητα Πώς καταρρίπτονται στην πράξη οι βαρύγδουπες εξαγγελίες, οι οποίες προβάλλονται από κόμματα ως «άσοι», που δεν ευσταθούν...
Η κατάρριψη κάποιων εκ των βαρύγδουπων προεκλογικών υποσχέσεων, στην οποία προέβη η «Κ» την προηγούμενη εβδομάδα, προκάλεσε πολλά σχόλια και ζωηρό ενδιαφέρον. Για τον λόγο αυτό συνεχίζουμε σήμερα με ακόμη πέντε μύθους, που προβάλλονται από τα κόμματα ως «προεκλογικοί» άσοι, αλλά που, καλώς ή κακώς, δεν ευσταθούν...
1. «Οι εταίροι και πιστωτές μας θα συνεχίσουν να μας δίνουν τις δόσεις του δανείου, γιατί φοβούνται ότι η χρεοκοπία της Ελλάδας ισοδυναμεί με «πυρηνικό όπλο» το οποίο θα προξενήσει ζημία στην Ευρωζώνη και τη διεθνή οικονομία, μεγαλύτερη από 1 τρισεκατομμύριο ευρώ». Τα δάνεια για την εξυπηρέτηση του ελληνικού δημόσιου χρέους και την κάλυψη των ελλειμμάτων δίδονται γιατί κανείς δεν θέλει να δημιουργηθούν ζημίες στο σύστημα στο οποίο όλοι ανήκουμε. Η Ελλάδα εφαρμόζει ένα σχέδιο ανόρθωσης, διασώζεται η ίδια και το σύστημα θωρακίζεται. Αυτά ισχύουν μεταξύ κρατών που καλλιεργούν φιλικές σχέσεις, εμπεδώνουν θεσμούς αλληλεγγύης και σέβονται την υπογραφή τους. Η απειλή του ολέθρου, να παρασύρουμε δηλαδή όλους στον... τάφο, προσιδιάζει σε «κράτος-τρομοκράτη». Είναι προφανές πως ο υπολογισμός του κόστους μιας ανασυγκρότησης της Ευρωζώνης, που ήδη όλοι κάνουν, απειλούμενοι από τυχόν «ανατίναξη» της Ελλάδας ή άλλων κρατών, οδηγεί στην εκπόνηση σχεδίων σε δύο κατευθύνσεις.
Πρώτον, τα ευρωπαϊκά κράτη δεν θα αποδεχθούν επί μακρόν την καταπάτηση των συμφωνημένων κανόνων, κυρίως του δημοσιονομικού συμφώνου. Θα μας καταστήσουν το παράδειγμα προς αποφυγήν. Δεύτερον, θα επιταχυνθούν οι προσαρμογές που απαιτούνται ώστε η Ευρωζώνη να λειτουργήσει αποτελεσματικότερα, στην κατεύθυνση μιας πιο ομοσπονδιακής Ευρώπης. Θα μοιραστούν χρήματα και εμείς δεν θα πάρουμε. Γι' αυτό λοιπόν... μύθος η απειλή. Μύθος, όμως, υπάρχει και στον τρόπο υπολογισμού του κόστους. Η Ευρωζώνη χρειάζεται, έτσι κι αλλιώς, ποσό που εκτιμάται στα 2 τρισ. ευρώ, για να αντικρύσει τις απειλές που σοβούν στα τραπεζικά συστήματα της Ισπανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας, ίσως και της Γερμανίας. Η αυτοανάφλεξη και το «κάψιμο» της Ελλάδας μπορεί να αποβεί το πλέον χρήσιμο «κόστος», αφού όλοι οι άλλοι θα γνωρίζουν τι συμβαίνει σε όποιον δεν μένει με την αγέλη. Το παράδειγμα της Lehman στις ΗΠΑ μάς θυμίζει πως, όταν εφαρμόστηκαν τα προγράμματα παρέμβασης, κάποιοι δεν ήσαν πλέον στο τραπέζι...
2. «Τα πολιτικά πράγματα στην Ευρώπη αλλάζουν. Η Ελλάδα αλλάζει πρώτη προς τα αριστερά και σε λίγο όλοι θα συμφωνούν μαζί μας». Η αίσθηση που μεταδίδεται στην Ελλάδα για μια ραγδαία πολιτική αλλαγή στην Ε. Ε. επί το αριστερότερον, και μάλιστα στους αμέσως επόμενους μήνες, ελάχιστη σχέση έχει με την πραγματικότητα. Ειδικώς μάλιστα στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη (Βέλγιο, Αυστρία, Δανία, Φινλανδία κ. ά.) εδώ και ένα χρόνο παρατηρείται ανησυχητική αύξηση των δυνάμεων της Ακροδεξιάς. Υπενθυμίζεται άλλωστε ότι στη Γαλλία, το «συγγενές» κόμμα με τον ΣΥΡΙΖΑ κατετάγη τέταρτο στις πρόσφατες προεδρικές εκλογές, καθώς ο επικεφαλής του, κ. Μελανσόν, έχασε την τρίτη θέση από τη Μαρίν Λεπέν (!). Στη δε Ολλανδία, η οποία προβάλλεται από στελέχη του κ. Τσίπρα ως «επιβεβαίωση» των επερχόμενων αλλαγών, η ανερχόμενη άκρα αριστερά έχει κεντρικό της σύνθημα: «Τα ολλανδικά χρήματα στους Ολλανδούς και όχι στον Νότο της Ε. Ε.»! Με τα δεδομένα αυτά, οι όποιες ελπίδες για σταδιακή μετατόπιση από την περιοριστική πολιτική λιτότητας, σε νέες επιλογές, περισσότερο φιλικές στην ανάπτυξη, επαφίενται κυρίως στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, οι ηγέτες των οποίων κάθε άλλο παρά εκπέμπουν μηνύματα χαλαρότητας προς την ελληνική πλευρά. Ενδεικτική χωρίς άλλο είναι μία πρόσφατη δήλωση του Γάλλου υπουργού Οικονομικών, Μοσκοβισί, ο οποίος είπε ότι «σοσιαλιστική πολιτική είναι αυτή που δεν έχει χρέη και αυτό οφείλουν να το αντιληφθούν όλοι όσοι ομνύουν στην Αριστερά». Επομένως, αποτελεί μύθο ή μήπως κρυφή επιθυμία ότι στην Ευρώπη συγκλίνουν όλοι σε κάποια ριζοσπαστική στροφή διατήρησης των ελλειμμάτων, κρατικοποίησης της οικονομίας και δημιουργίας νέων, μεγαλύτερων χρεών. Μπορεί να συζητούν συνεχώς για την εξεύρεση καλύτερων κανόνων, αλλά όλοι επιθυμούν την αυστηρότατη εφαρμογή τους.
3. «Το δημόσιο χρέος θα διαγραφεί. Για τον σκοπό αυτό θα συγκροτηθεί επιτροπή λογιστικού ελέγχου, που θα αποδείξει σε διεθνές δικαστήριο πως το χρέος μετά το 1974 είναι, στο μεγαλύτερο μέρος του, απεχθές». Ο αποδεκτός από τους μελετητές, αλλά και τον ΟΗΕ, ορισμός για το απεχθές χρέος (odious debt) είναι απολύτως συναρτημένος με το καθεστώς που επικρατούσε κατά τη σύναψή τους. Με δύο λόγια, δάνεια προς μια δικτατορία, ένα τυραννικό καθεστώς ή ένα κράτος που καταπατά τα ανθρώπινα δικαιώματα, μπορούν να αμφισβητηθούν ως παράνομα. Είναι προφανές πως τίποτε τέτοιο δεν ισχύει για την Ελλάδα. Ολα τα δάνεια που συνήψε το κράτος έγιναν από όργανα της δημόσιας διοίκησης, υπό τον έλεγχο των νόμων και του Συντάγματος. Ο δανεισμός υπήρξε δημόσιος, κατεγράφη στους κρατικούς προϋπολογισμούς, εξετάστηκε και εγκρίθηκε από τη Βουλή σε δημόσιες συνεδριάσεις. Είναι αμφίβολο αν το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ή όποιο άλλο θα δεχτεί να δικάσει παρόμοια υπόθεση για μια χώρα-μέλος της Ε. Ε, όλων των διεθνών οργανισμών και της Ευρωζώνης. Ορισμένοι προτείνουν να θεωρηθεί απεχθές το τμήμα του χρέους που συνδέεται με τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς. Ομως η διάκριση για την τελική χρήση των δανειακών κεφαλαίων είναι πρακτικώς αδύνατη. Ακόμη όμως και αν δεχτούμε ότι όλα μπορούν να γίνουν, όπως υποστηρίζουν όσοι βλέπουν την Ελλάδα μεταξύ των κρατών του Τρίτου Κόσμου, αποτελεί επικίνδυνο μύθο ότι αρκεί να ξεκινήσουμε τη διαδικασία αμφισβήτησης για να σταματήσουμε να πληρώνουμε τόκους, να εξοφλούμε τα παλαιά ομόλογα και να αναγνωρίζουμε τα νεότερα διακρατικά δάνεια.
4. «Η Γερμανία και οι άλλες χώρες δανείζονται με 1% από την ΕΚΤ και μετά μας δανείζουν με ληστρικά επιτόκια». Εδώ το λάθος είναι τριπλό. Πρώτον, κανένα κράτος δεν δανείζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Ολα δανείζονται απευθείας από τις αγορές κεφαλαίων με διαφορετικό κόστος. Για παράδειγμα, η Γερμανία για ορισμένες περιόδους δανείζεται φθηνότερα και από το κεντρικό επιτόκιο του ευρώ. Δεύτερον, η ΕΚΤ τροφοδοτεί συνήθως με βραχεία και τώρα, λόγω κρίσης, με μεσοπρόθεσμη ρευστότητα το τραπεζικό σύστημα του ευρώ. Η ρευστότητα αυτή δεν μπορεί να τοποθετηθεί σε μακροχρόνιους τίτλους, όπως είναι τα κρατικά δεκαετή ή ομόλογα, ειδικά μιας χώρας με τόσο μεγάλο κίνδυνο. Τρίτο λάθος αφορά το «τοκογλυφικό - ληστρικό» του επιτοκίου. Η Ελλάδα δανείζεται απευθείας από τα κράτη (και όχι τράπεζες) του ευρώ, στο πλαίσιο της πρώτης και της δεύτερης δανειακής σύμβασης, με επιτόκια που βρίσκονται σήμερα κοντά στο 3%. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά χαμηλό κόστος δανεισμού. Τα πρώτα δάνεια (Μάιος 2010) είχαν επιτόκιο υψηλότερο (μεταξύ 5-6%). Τον Μάρτιο 2011 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφώνησε να μειώσει το κόστος για τα επόμενα δάνεια. Με τη συμφωνία για τη δεύτερη δανειακή σύμβαση (Οκτώβριος 2011) ορίστηκε ακόμη χαμηλότερο επιτόκιο, ώστε, σε συνδυασμό με το «κούρεμα», να καταστεί βιώσιμο το ελληνικό χρέος στον ορίζοντα του 2020. Επιπλέον, τους τελευταίους μήνες, πολλά κράτη δανείζουν την Ελλάδα, με κάθε νέα δόση, φθηνότερα από το κόστος που έχουν όταν δανείζονται τα ίδια. Γνωστά είναι τα παραδείγματα Ισπανίας και Ιταλίας, τις οποίες χρεώνουν οι αγορές με επιτόκιο 6-7%.
5. «Τα ελλείμματα του κράτους οφείλονται στις πληρωμές και στα σκάνδαλα των πολιτικών. Βουλευτές, υπουργοί και σύμβουλοι λαμβάνουν πολύ υψηλές αμοιβές, οι οποίες, αν περικόπτονταν ή επιστρέφονταν, το χρέος θα ήταν πολύ μικρότερο». Σε όλες τις αμοιβές του πολιτικού προσωπικού έχουν γίνει σοβαρές περικοπές μετά την εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα μπορούσαν να γίνουν περισσότερες. Αλλά είναι μύθος να πιστεύει κανείς ότι το κονδύλι αυτό είναι σοβαρό μέρος του χρέους, όταν το συνολικό κονδύλι των αποδοχών βουλευτών, υπουργών και συμβούλων δεν υπερβαίνει τα 150-200 εκατ. ευρώ ετησίως. Προφανώς, είναι πολύ δυσκολότερο να υπολογιστεί η κλοπή δημόσιου χρήματος, που αφορά κατά κανόνα παράνομες πληρωμές από εταιρείες σε πολιτικούς ή και ανώτατους κρατικούς υπαλλήλους. Τα σκάνδαλα αυτά είναι σίγουρο ότι αφορούν μερικές δεκάδες εκατομμυρίων ευρώ τα τελευταία αρκετά χρόνια. Σκάνδαλο είναι επίσης ότι οι πολιτικοί δεν έκαναν ό, τι χρειάζεται ώστε να μην υπάρχουν ψεύτικα επιδόματα και συντάξεις, υπερτιμολογημένα φάρμακα και προμήθειες και άλλα παρόμοια, που επίσης φαίνεται να αφορούν κάποιες εκατοντάδες εκατομμύρια. Ομως, όλα αυτά δεν μπορούν να εξηγήσουν παρά ένα πολύ μικρό τμήμα του χρέους της χώρας. Επομένως, το πραγματικό σκάνδαλο παραμένει η φαύλη και αναποτελεσματική διαχείριση του συνόλου του δημόσιου χρήματος.
Των Μπαμπη Παπαδημητριου - Κωνσταντινου Zουλα - Γιαννη Παπαδογιαννη - Σωτηρη Nικα
kathimerini.gr