Η Ομοσπονδία Ναξιακών Συλλόγων, μαζί με όλη τη Νάξο, με όλη την Ελλάδα, εκφράζει τη θλίψη της για το θάνατο του Ιάκωβου Καμπανέλλη. Του μεγάλου πνευματικού δημιουργού, του πεζογράφου, του στιχουργού, του δημοσιογράφου, του σεναριογράφου, του σημαντικότερου προ πάντων μεταπολεμικού Έλληνα δραματουργού, σύμφωνα με τους κριτικούς του θεάτρου.
Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης γεννήθηκε στη Νάξο στις 3 Δεκεμβρίου του 1922, ενώ το 1934 η οικογένειά του, λόγω οικονομικών προβλημάτων, ξενιτεύτηκε στην Αθήνα και εγκαταστάθηκε στη Νίκαια. Τη Νάξο όμως, τη γενέθλια γη, ποτέ δεν ξέχασε. «Σάββατο απόγευμα πήραμε το πλοίο της γραμμής/Στο χώρο: προορισμός η Νάξος….
…», έγραψε στο ομώνυμο ποίημά του. Στην Αθήνα εργάστηκε την ημέρα και σπούδασε σε νυχτερινή τεχνική σχολή. Την Κατοχή εντάχθηκε στις γραμμές της Αντίστασης, με αποτέλεσμα να συλληφθεί το 1943 και να οδηγηθεί στο αυστριακό στρατόπεδο συγκέντρωσης Μαουτχάουζεν, απ' όπου απελευθερώθηκε τον Μάιο του 1945. Η εμπειρία του αυτή αποτυπώθηκε αργότερα στο βιβλίο-μαρτυρία και στον κύκλο τραγουδιών που έχουν ως τίτλο το όνομα του στρατοπέδου.
Το 1945-1946 «ανακάλυψε τον εαυτό του και τον προορισμό του», όπως έλεγε, μετά τη γνωριμία του με το «Θέατρο Τέχνης» και τον Κάρολο Κουν. Επηρεασμένος από αυτήν την εμπειρία, στρέφεται προς το θέατρο και αφοσιώνεται στο γράψιμο. Έτσι, το καλοκαίρι του 1950, παρουσιάζεται στο θέατρο «Διονύσια» της Καλλιθέας το πρώτο έργο του, ο «Χορός πάνω στα στάχυα».
Θα ακολουθήσει, πέντε χρόνια αργότερα, η «Έβδομη μέρα της δημιουργίας», που θα παιχτεί από τη Β' Σκηνή του Εθνικού, και τα μονόπρακτα «Αυτός και το παντελόνι του» και «Κρυφή ζωή». Την επόμενη θεατρική σεζόν (1957-58) ο Κ. Κουν ανεβάζει στο Θέατρο Τέχνης το έργο που επρόκειτο να καθιερώσει τον Καμπανέλλη και να του προσδώσει δικαίως τον τίτλο του «πατριάρχη» του μεταπολεμικού ελληνικού θεάτρου: «Η αυλή των θαυμάτων». Σε αυτό συμπυκνώνονται όλα τα στοιχεία του έργου του.
Μέχρι το πραξικόπημα των συνταγματαρχών θα δώσει μερικά από τα σημαντικότερα έργα του (όπως την «Ηλικία της νύχτας» ή το «Παραμύθι χωρίς όνομα»), ενώ μόνο μετά την άρση της προληπτικής λογοκρισίας θα παρουσιαστεί η «Αποικία των τιμωρημένων» από το Πειραματικό Θέατρο της Μ. Ριάλδη, την περίοδο 1970-71.
Τα έργα της περιόδου που ακολουθεί μέχρι την πτώση της χούντας, χαρακτηρίζουν το υποδόριο χιούμορ και η υπόγεια καταγγελία, που όμως γίνεται άμεσα αντιληπτή από το κοινό, το οποίο κατακλύζει τις σκηνές όπου παίζονται, με τολμηρότερο το «Μεγάλο μας τσίρκο», που όχι μόνο παιζόταν παρουσία της αστυνομίας, αλλά και οδήγησε τους συντελεστές του (Τζ. Καρέζη, Κ. Καζάκος) στη σύλληψη.
Μετά τη μεταπολίτευση, ο Ιάκωβος Καμπανέλλης θα συνεχίσει τη δημιουργική του πορεία, με έργα περισσότερο ώριμα, εσωτερικά, σε έναν διαρκή διάλογο με την αρχαία τραγωδία. «Είρωνας, ποιητικός, νατουραλιστής και συµβολιστής, ο αυτοδίδακτος και γι’ αυτό ανεπιτήδευτος Καµπανέλλης έγινε ο σηµειογράφος και ο παλµογράφος της εποχής µας, αλλά και συχνά η βραδυφλεγής βόµβα κριτικής και αυτοκριτικής µιας γενιάς που πολλά έπαθε, πολλά µηχανεύτηκε και πολλά καταστρατήγησε για να επιβιώσει σε µια κοινωνία ανοικονόµητη, ανώριµη και αεροβατούσα», σημειώνει ο κριτικός θεάτρου Κώστας Γεωργουσόπουλος.
Έργα του Ιάκωβου Καμπανέλλη έχουν ανέβει και εκτός Ελλάδος. Στο Θέατρο Τέχνης της Μόσχας «Ο δρόμος περνά από μέσα». Στο Γκέτεμποργκ της Σουηδίας, «Η αυλή των θαυμάτων». Στο Βερολίνο «Η γυναίκα και ο Λάθος». Στη Ρουμανία τα έργα «Οδυσσέα γύρισε σπίτι» και «Η αυλή των θαυμάτων» κλπ.
Παράλληλα με τη δουλειά του στο θέατρο, ο Ιάκωβος Καμπανέλλης έγραψε τα σενάρια για μερικές από τις σημαντικότερες ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, όπως τη «Στέλλα» του Μ. Κακογιάννη ή τον «Δράκο του Ν. Κούνδουρου, ενώ μαζί με τον αδελφό του Γιώργο σκηνοθέτησε τη σπονδυλωτή ταινία «Το κανόνι και τ' αηδόνι». «Αν ήταν Αµερικανός και έγραφε σενάρια για το Χόλιγουντ, στην προσωπική του συλλογή θα είχε τοποθετήσει τρία Οσκαρ σεναρίου», γράφει ο κριτικός κινηματογράφου Δ. Δανίκας στα «ΝΕΑ» Και συνεχίζει: «αν τον δικό του, προσωπικό δρόµο, τον ακολουθούσε στοιχειωδώς και η ελληνική Πολιτεία στη σχέση της µε την κινηµατογραφική Παιδεία, τώρα η µικρή, ρακένδυτη Ελλάδα θα ανταγωνιζόταν επί ίσοις όροις µια ∆ανία. Γι’ αυτό δυστυχία να είσαι Έλληνας, όµως ευτυχία να είσαι Ιάκωβος Καµπανέλλης!».
Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης θεωρείται παγκοσμίως ο θεμελιωτής της μεταπολεμικής ελληνικής δραματουργίας και είχε ανακηρυχθεί επίτιμος διδάκτωρ των Πανεπιστημίων Κύπρου, Θεσσαλονίκης και Αθηνών. Το 1999 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, στην Εδρα της Θεατρικής Δραματουργίας της Τάξης των Γραμμάτων και των Καλών Τεχνών. Διετέλεσε πρόεδρος του Δ.Σ του Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη ενώ του είχε επίσης απονεμηθεί η διάκριση του Ανώτερου Ταξιάρχη του Τάγματος των Ιπποτών του Παναγίου Τάφου.
Αυτός είναι ο Ιάκωβος Καμπανέλλης, για τον οποίο όλοι σεμνυνόμαστε και εκφράζουμε την ευγνωμοσύνη μας για όσα μας κληροδότησε. Τίμησε τα γράμματα και τις τέχνες και μνημειώνεται πανανθρώπινα μέσα από το επτάτομο ζων έργο του, ατίμητη πνευματική κληρονομιά. Η Νάξος τον τίμησε, δίνοντας το όνομά του στην αίθουσα εκδηλώσεων του Δημαρχείου και στο δρόμο του σπιτιού του στη Γρόττα. Η ΟΝΑΣ επίσης τον τίμησε εν ζωή και θα τον τιμήσει και μετά θάνατον.
Απλός, καθημερινός, μειλίχιος, ακόμη και τελευταία, που υποβασταζόμενος περιδιάβαινε την παραλία της Νάξου, τους οικείους και προσφιλείς τόπους. Γράφει στον «Επίλογο»: «…Ήταν μια ιστορία κάπως αληθινή/ήταν μια ιστορία λίγο φανταστική/ήταν μια φαντασία κάπως πραγματική/ήταν μια ουτοπία ολίγον τοπική/γραμμένη με μολύβι και σε φτηνό χαρτί/για να την πάρει ο αγέρας να σβήσει στη βροχή/μια ζωγραφιά στην πόρτα του αποσπερίτη νου/ λυχνάρι στο φεγγίτη του σκοτεινού ουρανού…Καληνύχτα».
Μαζί με τα συλλυπητήρια που εκφράζουμε στους δικούς του ανθρώπους, καταθέτουμε στη μνήμη του και λίγα δροσερά λουλούδια από την ανοιξιάτικη ναξιώτικη γη.
Καλό ταξίδι κύριε Καμπανέλλη!
ΓΙΑ ΤΟ Δ.Σ.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΑΪΤΟΣ ΠΕΤΡΟΣ ΚΑΡΑΠΑΤΗΣ