Να σας ευχαριστήσω για τη διοργάνωση αυτής της πολύ ενδιαφέρουσας δημόσιας συζήτησης. Και εγώ έχω ενδιαφέρον να ακούσω τους ειδικούς σήμερα. Νομίζω ότι αυτό που θα είχε αξία να καταθέσω σε έναν πρόλογο σε αυτή την ενδιαφέρουσα συζήτηση που παρουσιάζεται και ραδιοφωνικά και διαδικτυακά απευθείας, είναι να πως ότι είμαστε σε μια πολύ δύσκολη στιγμή. Έχουμε επίσημα καταγεγραμμένους 3003 θανάτους από την έναρξη της πανδημίας. Αλλά το στοιχείο εκείνο που νομίζω μας συγκλονίζει όλους –έβλεπα σήμερα τα στοιχεία της καταγραφής των απωλειών– στις 31 Οκτωβρίου, σχεδόν λιγότερο από 40 ημέρες πριν, η επίσημη καταγραφή των θανάτων ήταν στους 626 και σήμερα έχουμε πάει στους 3000 και. Μέσα σε ένα μήνα και μια εβδομάδα, για να είμαι ακριβής, έχουμε 2377 συνανθρώπους μας που έφυγαν, που κατέληξαν από την πανδημία. Το κρίσιμο ερώτημα που είναι στα χείλη όλων μας –δεν έχει νόημα τώρα να κάνουμε κάποια συζήτηση για το αν είναι επιτυχής ή δεν είναι επιτυχής, είναι προφανές ότι αν έχεις 100 νεκρούς την ημέρα για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, υπάρχει ένα ζήτημα διαχείρισης.
Δεν μπορείς να μιλάς για επιτυχία όταν τις τελευταίες ημέρες, μ
ε βάση τους δείκτες θανάτων ανά 100 χιλιάδες πληθυσμού, συναγωνίζεσαι τις χειρότερες χώρες της ΕΕ και είσαι πολύ πάνω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Άρα, το κρίσιμο ερώτημα είναι αν αυτό μπορούσαμε να το είχαμε αποφύγει και βεβαίως το τι κάνουμε στο εξής.Αυτά τα δύο κρίσιμα θέματα είναι στο μυαλό όλων των ακροατών και όλων των πολιτών. Η πρώτη παρατήρηση που θέλω να θέσω είναι ότι το τελευταίο διάστημα βγαίνουν στο φως της δημοσιότητας διάφορες αποκαλύψεις που δείχνουν – εγώ δεν είμαι ο κατάλληλος να απαντήσω σε αυτό το ερώτημα, θα απαντήσουν οι ειδικοί που είναι σήμερα εδώ – αλλά δείχνουν ότι και αυτή η έρμη η επιτροπή που συμβουλεύει την κυβέρνηση και πάνω στην οποία έχουμε φορτώσει όλες τις ευθύνες, κάθε τι που συμβαίνει, ενδεχομένως να καλείται να αποφασίσει μην έχοντας πλήρη την εικόνα και τα στοιχεία για την εξέλιξη της πανδημίας. Δεν αναφέρομαι μονάχα στην περιβόητη αποκάλυψη περί διπλού λογισμικού καταγραφής. Διπλής πλατφόρμας καταγραφής που και εδώ το κρίσιμο ερώτημα είναι για ποιο λόγο να υπάρξει και η ιδιωτική πλατφόρμα όταν υπήρχε η δημόσια πλατφόρμα της ΗΔΙΚΑ από την οποία μέχρι σήμερα γίνεται η διαχείριση των επιδημιολογικών στοιχείων.
Δεν θέλω να αναφερθώ τόσο σε αυτό. Κυρίως, θέλω να αναφερθώ στο γεγονός ότι βλέπουμε το τελευταίο διάστημα το 70% των κρουσμάτων να καταγράφεται στο 30% περίπου του πληθυσμού της χώρας, δηλαδή στη βόρεια Ελλάδα, και αναρωτιέμαι αν αυτό το στοιχείο που από μόνο του είναι κρίσιμο για να κάνει ο καθένας –πόσο δε μάλλον οι επιστήμονες την κρίση τους και να προτείνουν το ένα το άλλο μέτρο ήταν εν γνώσει τους κατά τη διάρκεια της εξέλιξης της πανδημίας και πριν φτάσουμε εδώ. Δηλαδή τέλη Σεπτέμβρη, Οκτώβρη όταν άρχισε η κατάσταση να ξεφεύγει ιδιαίτερα στη βόρεια Ελλάδα.
Αν αυτό το κρίσιμο στοιχείο, δηλαδή αν δεν υπήρχε ενημέρωση της επιτροπής για τα κρούσματα ανά περιφέρεια και ανά νομό, τότε είναι προφανές ότι από τους ανθρώπους αυτούς ζητάγαμε να πάρουν αποφάσεις χωρίς να έχουν πλήρη την εικόνα.
Βρέθηκα στη Δράμα πριν από λίγες ημέρες και σε συζήτηση που είχα με τους φορείς της πόλης μου ανέφεραν χαρακτηριστικά ότι ενώ στη πόλη βλέπανε -γιατί σε ένα μικρό μέρος έχεις πλήρη εικόνα και εμπειρικά για το τι μπορεί να συμβαίνει- βλέπανε σε οικογένειες φίλων, γνωστών να υπάρχουν θύματα και κρούσματα πολλά. Η εικόνα που υπήρχε στις αρχές της πόλης είναι ότι είναι πράσινη περιοχή, διότι δεν γινόντουσαν τεστ μαζικά, δεν πήγε ο ΕΟΔΥ σε εργασιακούς χώρους που υπήρχαν κρούσματα κατά συρροή να κάνει μαζικά τεστ ώστε να υπάρχει μια εικόνα για την εξέλιξη της πανδημίας, άρα αυτό είναι ένα στοιχείο το οποίο θέλω να το καταθέσω. Τι μας δείχνει αυτό το στοιχείο; Και, νομίζω, ίδια εμπειρία είχα και από την επίσκεψη μου στην Κοζάνη.
Αυτό το στοιχείο μας δείχνει ότι το ζήτημα της διαφάνειας των επιδημιολογικών στοιχείων είναι πολύ κρίσιμο για τη διαχείριση της πανδημίας. Και επιτρέψτε μου να πω ότι υπολείπεται ο ΕΟΔΥ σε ό,τι αφορά τη διαφάνεια και την ποιότητα των στατιστικών στοιχείων σε σχέση με τα πρότυπα και τα στάνταρτ και του ECDC και του ΠΟΥ. Δεν δίνει ποτέ, όχι μόνο ανά περιφέρεια, αλλά δεν δίνει εικόνα για το πόσα κρούσματα έχουμε σε κλειστές δομές, ενδονοσοκομειακά. Μια εικόνα που θα ήταν χρήσιμη για τους επιστήμονες να μπορέσουν να προβούν στις κρίσεις που έπρεπε να κάνουν για να συμβουλεύσουν ανάλογα την κυβέρνηση.
Το δεύτερο θέμα που θέλω να θέσω επιγραμματικά είναι το ζήτημα της συνταγογράφησης των τεστ και της μαζικότητας των τεστ.
Χθες ανακοινώθηκαν κάτω από χίλια. Είπαν ότι για πρώτη φορά πήγαμε σε τριψήφιο αριθμό. Ναι, αλλά ο αριθμός των τεστ που έγιναν χθες είναι κάτω από δέκα χιλιάδες. Άρα λοιπόν μπορείς να αλλάζεις και την ψυχολογία της κοινής γνώμης, αυξομειώνοντας τον αριθμό των τεστ.
Το κρίσιμο ερώτημα που απασχολεί τους ακροατές μας πιστεύω, είναι, πώς είναι δυνατόν σχεδόν δύο χιλιάδες θάνατοι να έγιναν ενώ είχαμε λοκντάουν. Η απάντηση σε αυτό, νομίζω –θα μας πουν και οι ειδικοί- είναι ότι αν σήμερα ένας εργαζόμενος έχει συμπτώματα και πάρει τηλέφωνο τον ΕΟΔΥ, δεν θα του στείλει συνεργείο να κάνει τεστ. Θα του πει, μείνε σπίτι. Αν αυτός ο άνθρωπος δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να πάει σε ένα ιδιωτικό εργαστήριο να κάνει ένα τεστ, πολύ απλά θα περιμένει να φύγουν τα συμπτώματα και θα πάει στη δουλειά του. Θα πάει στη δουλειά του όντας φορέας του ιού. Θα μπει στο λεωφορείο, στο μετρό, θα πάει στον εργασιακό του χώρο. Να λοιπόν πώς πολύ απλά η μετάδοση συνεχίζεται.
Η συνταγογράφηση των τεστ λοιπόν δεν είναι μονάχα μια υπόθεση που απαντά στο ζήτημα της οικονομικής δικαιοσύνης, δεν είναι μόνο η βάση της οικονομίας, δηλαδή το ότι δεν έχουν κάποιοι και κάποιοι άλλοι έχουν πρόσβαση σ' αυτό. Μπορεί να απαντήσει και μέσα από τη μαζικότητα των τεστ σε ένα κρίσιμο θέμα που είναι η δυνατότητα να κάνεις ένα scanning για να μπορείς να προλαμβάνεις.
Το τρίτο θέμα που θέλω να θέσω, που με προβληματίζει, είναι ότι βλέπουμε διαρκώς έναν σταθερό αριθμό διασωληνωμένων εδώ και πάρα πολύ μεγάλο διάστημα. Και η απορία μου είναι αν αυτός ο αριθμός έχει να κάνει με το γεγονός ότι πράγματι για έναν τυχαίο λόγο είναι γύρω στους 600 κάθε μέρα οι διασωληνωμένοι, οι συμπολίτες μας που έχουν ανάγκη εντατικής θεραπείας ή έχει να κάνει με την κάλυψη της προσφοράς των κλινών των κλινών εντατικής θεραπείας. Και, άρα, εδώ είναι ένα κρίσιμο ζήτημα: πόσοι συμπολίτες μας αυτές τις μέρες χάνονται εντός των ΜΕΘ και πόσοι χάνονται εκτός. Διότι είδε το φως της δημοσιότητας μια περίπτωση –μπορεί να είναι μια εξαίρεση, με όλο το ρίσκο του να είναι μια εξαίρεση, αλλά εμένα με συγκλόνισε-, μια 37χρονη νοσηλεύτρια από τη Νάουσα η οποία πέθανε εκτός ΜΕΘ, για μια βδομάδα, σε νοσοκομείο της περιοχής. Εντάξει, υπάρχει η απάντηση σ' αυτό, ότι αν είναι κάποιοι άνθρωποι μεγάλης ηλικίας είναι προφανές ότι και πριν την πανδημία δεν θέλεις να τους επιβαρύνεις αν δεν έχουν ελπίδες να σωθούν να τους βάλεις εντός των ΜΕΘ. Εδώ όμως βλέπουμε και περιπτώσεις πολύ νεώτερων ανθρώπων να πεθαίνουν εκτός των ΜΕΘ. Άρα λοιπόν εδώ είναι ένα κρίσιμο στοιχείο, που πάλι δεν έχουμε στοιχεία.
Και κλείνω -ίσως να τεθούν και άλλα πολλά ερωτήματα το επόμενο διάστημα- στο από δω και πέρα, τι;
Θεωρώ ότι είναι πάρα πολύ κρίσιμο, με βάση την εμπειρία που έχω διαμορφώσει επισκεπτόμενος δημόσια νοσοκομεία σε όλη την Ελλάδα αυτές τις κρίσιμες ώρες, πέραν της στήριξης των ανθρώπων που δίνουν τη μάχη στην πρώτη γραμμή, θεωρώ αδιανόητο να υπάρχει αυτή τη στιγμή κορεσμός των δυνατοτήτων σε κλίνες, σε ΜΕΘ και πολύ μεγάλα ιδιωτικά νοσηλευτήρια, ιδίως στη Β. Ελλάδα, στη Θεσσαλονίκη, το Διαβαλκανικό, ο Άγιος Λουκάς, να είναι κλειστά για covid περιστατικά. Να μείνουν αμόλυντοι, να μη βάλουν το χέρι στη φωτιά, ενώ δίπλα έχουμε τις καταγγελίες των γιατρών ότι διαρκώς βρίσκονται σε μια τόσο μεγάλη πίεση και είδαμε να μεταφέρουν με C 130 ασθενείς από τη Δράμα στην Αθήνα κλπ.
Και όταν γίνεται η «επίταξη» νοσοκομειακών μονάδων, γίνεται για κάποιες μικρές μονάδες, ενοικιάζονται στην ουσία αυτές οι μονάδες, ανεξάρτητα του αριθμού των ασθενών που προσφεύγουν τελικά σ' αυτές, ενοικιάζεται ο εξοπλισμός τους για να στελεχωθεί από γιατρούς του δημόσιου τομέα. Και μάλιστα σε διπλάσια τιμή απ' ό,τι ήταν η αποζημίωση την προ covid περίοδο. Νομίζω ότι αυτό από μόνο του είναι σκανδαλώδες.
Άρα, κατά την άποψή μου, είναι κρίσιμο να ανοίξουν οι δομές οι ιδιωτικές για να αποσυμφορηθεί το σύστημα, κρίσιμο να ενισχυθούν οι άνθρωποι που δίνουν τη μάχη στην πρώτη γραμμή. Και ακόμα πιο κρίσιμο, αλλά μακροπρόθεσμο, όμως είναι σημαντικό, και κλείνω μ' αυτό: νομίζω ότι ήρθε η ώρα να ανοίξει μια πολύ ουσιαστική συζήτηση, δυστυχώς κάτω από αυτές τις συνθήκες, κάτω από την επίδραση της πανδημίας στη ζωή μας και της συνειδητοποίησης του πόσο αξία έχει τελικά το σύστημα υγείας το δημόσιο, για ένα νέο ΕΣΥ ισχυρό και αποτελεσματικό. Που σημαίνει, αναβάθμιση του μισθολογίου, ενίσχυση των γιατρών και των νοσηλευτών, ένταξη στα βαρέα και ανθυγιεινά, ενίσχυση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Σημαίνει δηλαδή, σε κάθε περίπτωση, πάντως όχι 600 εκ. ευρώ λιγότερα τη χρονιά της πανδημίας, το 2021, τη χρονιά που έρχεται, όπως προβλέπει ο προϋπολογισμός της κυβέρνησης. Αλλά να φτάσουμε σταδιακά σε ένα ποσοστό που θα είναι αντίστοιχο του ευρωπαϊκού μέσου όρου σε δαπάνες για την υγεία, ενισχύοντας τα δημόσια νοσοκομεία και το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό.
Με αυτές τις εισαγωγικές σκέψεις, θέλω να ευχαριστήσω για την πρόσκληση. Και έχω πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να ακούσω τους εκλεκτούς καλεσμένους σας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου