Κλιματική κρίση και Αριστερά-Άρθρο του Νίκου Συρμαλένιου στην εφημερίδα Αυγή
Η δεξιά νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση διψά για «επενδύσεις», οι τοπικές κοινωνίες είναι ανάστατες και καχύποπτες
Ανάμεσα στους άξονες και τις προτάσεις που παρουσίασε ο Αλέξης Τσίπρας στη Θεσσαλονίκη, που κατά τα φαινόμενα αποτελούν και ένα είδους προπομπού του επικαιροποιημένου προγράμματος που θα τεθεί σε διαβούλευση προς το συνέδριο, είναι και ο άξονας για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
Είναι προφανές ότι η χώρα μας εδώ και μια δεκαετία, ευρισκόμενη στη δίνη μιας πολλαπλής κρίσης, έχει ως πρόταγμα την αντιμετώπισή της (φυσικά με ριζικά διαφορετικές στρατηγικές σε ό,τι αφορά την κυβέρνηση της Ν.Δ. και την αξιωματική αντιπολίτευση) θέτοντας αντικειμενικά σε δεύτερη μοίρα τα κρίσιμα ζητήματα του περιβάλλοντος, που συνιστούν οργανικό στοιχείο της βιώσιμης ανάπτυξης.
Θεωρώ ότι μια τέτοια αντιμετώπιση είναι λάθος, διότι οι δύο βασικές αντιθέσεις που παράγει το νεοφιλελεύθερο καπιταλιστικό μοντέλο σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης είναι αφενός η αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας και αφετέρου η αντίθεση φύσης – ανάπτυξης. Και οι δύο αντιθέσεις παράγονται από την ίδια αιτία, τη μεγιστοποίηση του κέρδους και ό,τι αυτό συνεπάγεται· συνεπώς είναι απόλυτα αλληλεξαρτώμενες και διαπλεκόμενες.
Η μεγιστοποίηση του κέρδους επιδιώκεται μέσα από τη μείωση του εργατικού κόστους, την ελαστικοποίηση της εργασίας, την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, τη διάλυση των συλλογικών συμβάσεων. Επιδιώκεται από την κατασπατάληση των φυσικών πόρων, την αλλοίωση του φυσικού περιβάλλοντος, την καταστροφή της βιοποικιλότητας και του τοπίου.
Είναι λάθος λοιπόν ένα κόμμα της Αριστεράς που διεκδικεί να διαμορφώσει ένα εναλλακτικό όραμα και μια ριζοσπαστική αλλά και ρεαλιστική προοδευτική αναπτυξιακή στρατηγική για τη χώρα να θέτει εκ των πραγμάτων σε δεύτερη μοίρα το οικολογικό πρόταγμα.
Μιλάμε μέχρι τώρα για πράσινη ανάπτυξη και την εξειδικεύουμε ως μέγιστη αξιοποίηση των ΑΠΕ, που μέχρι το 2050 θα υποκαταστήσει πλήρως όλες τις άλλες ρυπογόνες ενεργειακές πηγές. Και προσθέτουμε βεβαίως όλα αυτά στο πλαίσιο μιας οικολογικής ισορροπίας, ώστε να μην προκαλέσουμε μη αναστρέψιμες περιβαλλοντικές βλάβες. Η αξιοποίηση των ΑΠΕ πρέπει να γίνει στο πλαίσιο ενός νέου χωροταξικού σχεδιασμού που θα χωροθετήσει με συγκεκριμένα κριτήρια τις δυνατότητες κάθε περιοχής.
Η ίδια η έννοια της πράσινης ανάπτυξης τι σημαίνει και ειδικότερα εμείς πώς την εννοούμε; Είναι το μεγάλο Green Deal που εννοεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία παραδίδει τη χρήση του σε μεγάλους πολυεθνικούς ομίλους; Προφανώς όχι, άρα πάμε αμέσως στο επόμενο ερώτημα: Πώς, από ποιους και με ποιο στόχο; Και η απάντησή μας βεβαίως, το μέγιστο κοινωνικό όφελος, αλλά πώς; Ποιες ΑΠΕ, με ποιο μείγμα και με ποιο κριτήριο εγκαθίστανται πού; Τι σημαίνει φέρουσα ικανότητα και πώς εκτιμάται; Πολλά ερωτήματα λοιπόν, που χρήζουν πειστικών απαντήσεων από τη σκοπιά της Αριστεράς.
Και όλα αυτά δεν τρέχουν σε ένα τοπίο κενό. Οι αδειοδοτήσεις σε μεγάλο βαθμό υπάρχουν, τα συμφέροντα αδημονούν, η δεξιά νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση διψά για «επενδύσεις», οι τοπικές κοινωνίες είναι ανάστατες και καχύποπτες.
Άρα χρειαζόμαστε ως ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία ειλικρινή και καθαρό λόγο. Αποτιμώντας κριτικά και αυτοκριτικά την κυβερνητική μας θητεία, οφείλουμε χωρίς προκαταλήψεις να επανατοποθετήσουμε τη συζήτηση για το περιβάλλον. Αυτή είναι η πρόκληση μπροστά στο συνέδριό μας.
* Ο Νίκος Συρμαλένιος είναι βουλευτής Κυκλάδων
Η δεξιά νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση διψά για «επενδύσεις», οι τοπικές κοινωνίες είναι ανάστατες και καχύποπτες
Ανάμεσα στους άξονες και τις προτάσεις που παρουσίασε ο Αλέξης Τσίπρας στη Θεσσαλονίκη, που κατά τα φαινόμενα αποτελούν και ένα είδους προπομπού του επικαιροποιημένου προγράμματος που θα τεθεί σε διαβούλευση προς το συνέδριο, είναι και ο άξονας για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
Είναι προφανές ότι η χώρα μας εδώ και μια δεκαετία, ευρισκόμενη στη δίνη μιας πολλαπλής κρίσης, έχει ως πρόταγμα την αντιμετώπισή της (φυσικά με ριζικά διαφορετικές στρατηγικές σε ό,τι αφορά την κυβέρνηση της Ν.Δ. και την αξιωματική αντιπολίτευση) θέτοντας αντικειμενικά σε δεύτερη μοίρα τα κρίσιμα ζητήματα του περιβάλλοντος, που συνιστούν οργανικό στοιχείο της βιώσιμης ανάπτυξης.
Θεωρώ ότι μια τέτοια αντιμετώπιση είναι λάθος, διότι οι δύο βασικές αντιθέσεις που παράγει το νεοφιλελεύθερο καπιταλιστικό μοντέλο σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης είναι αφενός η αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας και αφετέρου η αντίθεση φύσης – ανάπτυξης. Και οι δύο αντιθέσεις παράγονται από την ίδια αιτία, τη μεγιστοποίηση του κέρδους και ό,τι αυτό συνεπάγεται· συνεπώς είναι απόλυτα αλληλεξαρτώμενες και διαπλεκόμενες.
Η μεγιστοποίηση του κέρδους επιδιώκεται μέσα από τη μείωση του εργατικού κόστους, την ελαστικοποίηση της εργασίας, την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, τη διάλυση των συλλογικών συμβάσεων. Επιδιώκεται από την κατασπατάληση των φυσικών πόρων, την αλλοίωση του φυσικού περιβάλλοντος, την καταστροφή της βιοποικιλότητας και του τοπίου.
Είναι λάθος λοιπόν ένα κόμμα της Αριστεράς που διεκδικεί να διαμορφώσει ένα εναλλακτικό όραμα και μια ριζοσπαστική αλλά και ρεαλιστική προοδευτική αναπτυξιακή στρατηγική για τη χώρα να θέτει εκ των πραγμάτων σε δεύτερη μοίρα το οικολογικό πρόταγμα.
Μιλάμε μέχρι τώρα για πράσινη ανάπτυξη και την εξειδικεύουμε ως μέγιστη αξιοποίηση των ΑΠΕ, που μέχρι το 2050 θα υποκαταστήσει πλήρως όλες τις άλλες ρυπογόνες ενεργειακές πηγές. Και προσθέτουμε βεβαίως όλα αυτά στο πλαίσιο μιας οικολογικής ισορροπίας, ώστε να μην προκαλέσουμε μη αναστρέψιμες περιβαλλοντικές βλάβες. Η αξιοποίηση των ΑΠΕ πρέπει να γίνει στο πλαίσιο ενός νέου χωροταξικού σχεδιασμού που θα χωροθετήσει με συγκεκριμένα κριτήρια τις δυνατότητες κάθε περιοχής.
Η ίδια η έννοια της πράσινης ανάπτυξης τι σημαίνει και ειδικότερα εμείς πώς την εννοούμε; Είναι το μεγάλο Green Deal που εννοεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία παραδίδει τη χρήση του σε μεγάλους πολυεθνικούς ομίλους; Προφανώς όχι, άρα πάμε αμέσως στο επόμενο ερώτημα: Πώς, από ποιους και με ποιο στόχο; Και η απάντησή μας βεβαίως, το μέγιστο κοινωνικό όφελος, αλλά πώς; Ποιες ΑΠΕ, με ποιο μείγμα και με ποιο κριτήριο εγκαθίστανται πού; Τι σημαίνει φέρουσα ικανότητα και πώς εκτιμάται; Πολλά ερωτήματα λοιπόν, που χρήζουν πειστικών απαντήσεων από τη σκοπιά της Αριστεράς.
Και όλα αυτά δεν τρέχουν σε ένα τοπίο κενό. Οι αδειοδοτήσεις σε μεγάλο βαθμό υπάρχουν, τα συμφέροντα αδημονούν, η δεξιά νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση διψά για «επενδύσεις», οι τοπικές κοινωνίες είναι ανάστατες και καχύποπτες.
Άρα χρειαζόμαστε ως ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία ειλικρινή και καθαρό λόγο. Αποτιμώντας κριτικά και αυτοκριτικά την κυβερνητική μας θητεία, οφείλουμε χωρίς προκαταλήψεις να επανατοποθετήσουμε τη συζήτηση για το περιβάλλον. Αυτή είναι η πρόκληση μπροστά στο συνέδριό μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου