Μία συνέντευξη στον Εθνικό Κήρυκα της Νέας Υόρκης
Στην ερώτηση πώς φτάσαμε τελικά να κατηγορούμε για τα δεινά μας το μνημόνιο, μας είπε ότι «είναι ένα παραμύθι των ελληνικών κυβερνήσεων, προκειμένου να κάνουν τον κόσμο να στραφεί προς τους έξω».
Ερωτηθείς αν θα είχε αποδώσει το μνημόνιο στην περίπτωση που η κυβέρνηση Παπανδρέου είχε κάνει όσα της αναλογούσαν, ο κ. Ανδριανόπουλος είναι κατηγορηματικός:
«Βεβαίως. Κατ’ αρχήν (το μνημόνιο), δεν μιλάει για φόρους, δεν μιλάει για περικοπές μισθών και συντάξεων. Αυτά έγιναν μετά και από αποφάσεις των κυβερνήσεων Παπανδρέου-Παπαδήμου. Το μνημόνιο ζήταγε περιορισμό των ελλειμμάτων. ‘Το πώς θα το κάνετε είναι δικό σας θέμα’. Στο α’ μνημόνιο οι διατάξεις για τους φόρους είχανε μπει για φόρους που είχε βάλει ο ίδιος ο Παπακωνσταντίνου. Και τους έβαλε στο μνημόνιο για να νομιμοποιηθούν επειδή δεν τολμούσαν να μειώσουν το κράτος».
«Και ακούω να λένε», συνεχίζει, «ότι έκανε ο Πάγκαλος μελέτες για το πόσοι φορείς είναι και ποιοι θα κοπούν μέσω κάποιας νομοθεσίας...
Αυτά είναι αστεία.
Υπάρχει ήδη ο νόμος 2000/1992 που είναι δικός μου και προβλέπει καταργήσεις και συγχωνεύσεις φορέων ακόμα και διάλυση και πτώχευση επιχειρήσεων και απόδοσή τους στους υπαλλήλους.
Δεν υπήρχε ανάγκη να ψηφίζουν καμιά νέα νομοθεσία.....
Ανακαλύπτουν νέες ανάγκες να κάνουν νέους νόμους για να καθυστερούν».
«Πάντα δανειζόμασταν. Πώς έκλεισαν οι αγορές ξαφνικά;» τον ρωτάμε για να μας πει ότι «η Ελλάδα δανειζόταν για να κάνει παροχές, για να εξαγοράσει ψήφους.
Δεν δανειζόταν για να κάνει έργα υποδομής.
Δανειζόταν για να τριπλασιάζει ο Ανδρέας Παπανδρέου μισθούς και συντάξεις.
Και αυτό συντηρήθηκε όταν μπήκαμε στο ευρώ διότι τα επιτόκια ήταν χαμηλά.
Οταν ξέσπασε η κρίση στην Αμερική, άρχισαν οι τράπεζες να ψάχνουν η ίδια την άλλη, και τότε οι ελληνικές τράπεζες -οι οποίες μάζευαν τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου- άρχισαν να βλέπουν ότι δεν υπήρχε διατραπεζικός δανεισμός.
Και έτσι άρχισαν να βγαίνουν στη φόρα τα προβλήματα της χώρας.
Τότε μπήκε στη μέση και η Ευρώπη. Εκείνη την περίοδο πιστεύω ότι υπήρχε μια λύση.
Αλλά έπρεπε τότε να κάνουμε αυτό που κάνει η Ιταλία τώρα: να κάνουμε μόνοι μας τον περιορισμό του κράτους.
Τότε οι γαλλογερμανικές τράπεζες ήταν εκτεθειμένες σε όγκους ελληνικών ομολόγων.
Με μια δική μας απειλή για στάση πληρωμών θα μας στήριζαν χωρίς μνημόνια, χωρίς τίποτα. Αλλά εμείς τι κάναμε; Φέραμε ένα μνημόνιο του οποίου τους όρους δεν διαπραγματευτήκαμε, γιατί ήθελε η ελληνική κυβέρνηση να καλυφθεί πίσω από τους ξένους και παράλληλα οι ξένοι μας δάνειζαν, ενώ εμείς δεν τηρούσαμε τις δεσμεύσεις μας.
Και γιατί το έκαναν αυτό; Επειδή ήθελαν να κερδίσουν χρόνο να ξεφορτωθούν τα ελληνικά ομόλογα. Οταν πέρασε ο χρόνος και οι τράπεζές τους είχαν αρχίσει να εξασφαλίζονται, τότε άρχισαν να σκληραίνουν τη στάση τους».
«Αρα είναι μεγάλη η ευθύνη της κυβέρνησης Παπανδρέου».
«Τα έλεγα όλα αυτά από τότε», μας αποκρίνεται.
«Ελεγα ότι υπάρχει διχογνωμία μεταξύ των δανειστών: του ΔΝΤ από τη μια και της ΕΚΤ και της κομισιόν από την άλλη.
Οι μεν ήθελαν φόρους, το ΔΝΤ δεν ήθελε φόρους.
Διότι ακόμα και αν δεις την ιστοσελίδα τους, λένε ότι για να μπορεί να υπάρχει ανάπτυξη στις χώρες που δανείζονται πρέπει να υπάρχει διαθέσιμο λαϊκό εισόδημα.
Σε συνέντευξή του το 2010 στον ‘Σκάι’ ο πρόεδρος της Αργεντινής Ντε Λα Ρούα, στον οποίο είχε σκάσει η χρεοκοπία, είχε πει ότι το λάθος το δικό μου είναι ότι άφησα τον υπουργό των Οικονομικών να βάλει φόρους.
Αυτό οδήγησε στην κατρακύλα.
Και καλά οι δικοί μας δεν ακούν και δεν διαβάζουν.
Ούτε τηλεόραση δεν βλέπουν;» αναρωτήθηκε.
Ζητώντας τη γνώμη του για τις αποκρατικοποιήσεις που έχει αναχθεί σε πρώτιστο στόχο, ο κ. Ανδριανόπουλος λέει ότι «σήμερα δεν έχουν το νόημα που είχαν πριν από 15 χρόνια, κυρίως γιατί δεν υπάρχουν ενδιαφερόμενοι να αγοράσουν.
Αρα απομένουν οι επενδύσεις.
Και γι’ αυτό που μένει να κάνεις είναι τρία πράγματα: χαμηλοί και σταθεροί φορολογικοί συντελεστές.
Δεν είναι δυνατόν να αλλάζουν οι συντελεστές έντεκα φορές μέσα σε ένα χρόνο μέσα.
Δραματική περικοπή της γραφειοκρατίας και όταν λέω δραματική εννοώ ότι καταργείς διαδικασίες και όχι τις απλοποιείς.
Και τέλος λιγότερο κράτος». «Στην προσέλκυση επενδύσεων», συνεχίζει, «δεν είναι θέμα η μείωση του εργατικού κόστους.
Υπάρχουν χώρες που είναι πρώτες στις διεθνείς επενδύσεις, όπως είναι η Σιγκαπούρη, που έχουν τεράστιο εργατικό κόστος.
Εχουν όμως σταθερό σύστημα εργασιακών σχέσεων, έχουν ελάχιστη γραφειοκρατία και χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές».
«Αυτή η γάγγραινα της γραφειοκρατίας γιατί δεν καταπολεμάται;» ρωτάμε με απορία αφελούς.
«Το πρόβλημα εδώ είναι ότι το ελληνικό κράτος είναι αποικημένο από τους κομματικούς στρατούς. Δεν τολμάει κανείς να αγγίξει τη γραφειοκρατία», μας λέει, «διότι αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας σημαίνει ελάττωση του κράτους και θα πρέπει να μείνουν κάποιοι δημόσιοι υπάλληλοι χωρίς δουλειά.
Εκεί που τη δουλειά μπορεί να την κάνει ένας την κάνουν 15.
Και ουσιαστικά αυτό που γίνεται είναι να μεγαλώνει η κλίματα των υπογραφών.
Δεν πρόκειται ποτέ να γίνει επένδυση στην Ελλάδα αν δεν απεμπλακεί η χώρα από αυτόν τον κυκεώνα των γραφειοκρατικών διαδικασιών. Αυτή είναι η ουσία».
Εξάλλου ο κ. Ανδριανόπουλος θεωρεί ότι η νέα κυβέρνηση έχει ελάχιστα περιθώρια να διαπραγματευθεί. «Κατ’ αρχήν συζητάγανε για διαπραγμάτευση όλη την προεκλογική περίοδο χωρίς να έχουν ρωτήσει τον αντισυμβαλλόμενο.
Ο άλλος σου δίνει πρωτοφανή δάνεια και εσύ δεν εκπληρώνεις τις υποχρεώσεις σου.
Το μόνο που βλέπω εγώ ότι μπορεί να γίνει, αν πείσουμε ότι είμαστε συνεπείς στις δικές μας υποχρεώσεις, είναι να μας επεκτείνουν λίγο τον χρόνο της αποπληρωμής».
«Η ελάφρυνση των φόρων μπορεί να δώσει αδιέξοδο;» ρωτάμε για να μας απαντήσει ότι «αυτό έχει να κάνει με τα ισοδύναμα μέτρα που μπορεί να βρει η κυβέρνηση.
Αν π.χ. αντί να βάλει φόρους κλείσει 400 οργανισμούς δεν πρόκειται η τρόικα να φέρει αντίρρηση». «Είναι δυνατόν να χάσουν τη δουλειά τους τόσοι άνθρωποι», επισημαίνουμε για να μας υπενθυμίσει ότι «υπάρχουν 1,5 εκατ. άνεργοι στον ιδιωτικό τομέα και δεν νοιάζεται κανένας».
«Στο βάθος του μυαλού σας αισιοδοξείτε;» τον ρωτάμε για να μας πει ένα κατηγορηματικό «όχι». «Εγώ τα λέω αυτά από τότε που ξεκίνησε το μνημόνιο», συνεχίζει.
«Αν είχαν καταρτηθεί οι φορείς που είχαν δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια τότε υπήρχε η δυνατότητα να σωθούμε.
Τώρα πια βλέπω ότι ο μόνος τρόπος να σωθεί η χώρα είναι μόνο αν υπάρξει ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ. Χωρίς ανάμειξη από τις ΗΠΑ δεν βλέπω να υπάρχει σωτηρία».
Τον πάμε πολύ πίσω.
Την εποχή που η κυβέρνηση Μητσοτάκη αγωνιζόταν να περάσει μεταρρυθμίσεις και ο ίδιος μαζί με τον Στέφανο Μάνο, ως οι δύο εκπρόσωποι του φιλελεύθερου χώρου, ήταν τότε στην κυβέρνηση.
Τον ρωτάμε «αν η κυβέρνηση Mητσοτάκη είχε ολοκληρώσει τις μεταρρυθμίσεις θα ήταν άλλη η μοίρα της Ελλάδας»;
«Με το ‘αν’ δεν μπορείς να λες τίποτα. Ομως εμείς από το 1985 είχαμε βγάλει αφίσες και λέγαμε πόσα χρωστάει το κάθε νεογέννητο στην Ελλάδα. Το υπολογίσαμε περίπου στις 20.000 δρχ. Λέγαμε από τότε ότι αν συνεχίζαμε την πολιτική αυτή σε 15 χρόνια θα χρεοκοπούσαμε. Οταν μετά γίναμε κυβέρνηση τους έλεγα ότι τώρα είναι ευκαιρία να κάνουμε περικοπές στο Δημόσιο και ότι αν δεν τα κάνουμε τώρα θα περάσουν 15-20 χρόνια και θα αναγκαστούμε να τα κάνουμε με μεγαλύτερο κόπο».
Εμποδιστήκανε όμως και τότε από τα πανίσχυρα πελατειακά κυκλώματα και φτάσαμε στη σημερινή βαθιά κρίση με άγνωστη ημερομηνία εξόδου.
Στην ερώτηση πώς φτάσαμε τελικά να κατηγορούμε για τα δεινά μας το μνημόνιο, μας είπε ότι «είναι ένα παραμύθι των ελληνικών κυβερνήσεων, προκειμένου να κάνουν τον κόσμο να στραφεί προς τους έξω».
Ερωτηθείς αν θα είχε αποδώσει το μνημόνιο στην περίπτωση που η κυβέρνηση Παπανδρέου είχε κάνει όσα της αναλογούσαν, ο κ. Ανδριανόπουλος είναι κατηγορηματικός:
«Βεβαίως. Κατ’ αρχήν (το μνημόνιο), δεν μιλάει για φόρους, δεν μιλάει για περικοπές μισθών και συντάξεων. Αυτά έγιναν μετά και από αποφάσεις των κυβερνήσεων Παπανδρέου-Παπαδήμου. Το μνημόνιο ζήταγε περιορισμό των ελλειμμάτων. ‘Το πώς θα το κάνετε είναι δικό σας θέμα’. Στο α’ μνημόνιο οι διατάξεις για τους φόρους είχανε μπει για φόρους που είχε βάλει ο ίδιος ο Παπακωνσταντίνου. Και τους έβαλε στο μνημόνιο για να νομιμοποιηθούν επειδή δεν τολμούσαν να μειώσουν το κράτος».
«Και ακούω να λένε», συνεχίζει, «ότι έκανε ο Πάγκαλος μελέτες για το πόσοι φορείς είναι και ποιοι θα κοπούν μέσω κάποιας νομοθεσίας...
Αυτά είναι αστεία.
Υπάρχει ήδη ο νόμος 2000/1992 που είναι δικός μου και προβλέπει καταργήσεις και συγχωνεύσεις φορέων ακόμα και διάλυση και πτώχευση επιχειρήσεων και απόδοσή τους στους υπαλλήλους.
Δεν υπήρχε ανάγκη να ψηφίζουν καμιά νέα νομοθεσία.....
Ανακαλύπτουν νέες ανάγκες να κάνουν νέους νόμους για να καθυστερούν».
«Πάντα δανειζόμασταν. Πώς έκλεισαν οι αγορές ξαφνικά;» τον ρωτάμε για να μας πει ότι «η Ελλάδα δανειζόταν για να κάνει παροχές, για να εξαγοράσει ψήφους.
Δεν δανειζόταν για να κάνει έργα υποδομής.
Δανειζόταν για να τριπλασιάζει ο Ανδρέας Παπανδρέου μισθούς και συντάξεις.
Και αυτό συντηρήθηκε όταν μπήκαμε στο ευρώ διότι τα επιτόκια ήταν χαμηλά.
Οταν ξέσπασε η κρίση στην Αμερική, άρχισαν οι τράπεζες να ψάχνουν η ίδια την άλλη, και τότε οι ελληνικές τράπεζες -οι οποίες μάζευαν τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου- άρχισαν να βλέπουν ότι δεν υπήρχε διατραπεζικός δανεισμός.
Και έτσι άρχισαν να βγαίνουν στη φόρα τα προβλήματα της χώρας.
Τότε μπήκε στη μέση και η Ευρώπη. Εκείνη την περίοδο πιστεύω ότι υπήρχε μια λύση.
Αλλά έπρεπε τότε να κάνουμε αυτό που κάνει η Ιταλία τώρα: να κάνουμε μόνοι μας τον περιορισμό του κράτους.
Τότε οι γαλλογερμανικές τράπεζες ήταν εκτεθειμένες σε όγκους ελληνικών ομολόγων.
Με μια δική μας απειλή για στάση πληρωμών θα μας στήριζαν χωρίς μνημόνια, χωρίς τίποτα. Αλλά εμείς τι κάναμε; Φέραμε ένα μνημόνιο του οποίου τους όρους δεν διαπραγματευτήκαμε, γιατί ήθελε η ελληνική κυβέρνηση να καλυφθεί πίσω από τους ξένους και παράλληλα οι ξένοι μας δάνειζαν, ενώ εμείς δεν τηρούσαμε τις δεσμεύσεις μας.
Και γιατί το έκαναν αυτό; Επειδή ήθελαν να κερδίσουν χρόνο να ξεφορτωθούν τα ελληνικά ομόλογα. Οταν πέρασε ο χρόνος και οι τράπεζές τους είχαν αρχίσει να εξασφαλίζονται, τότε άρχισαν να σκληραίνουν τη στάση τους».
«Αρα είναι μεγάλη η ευθύνη της κυβέρνησης Παπανδρέου».
«Τα έλεγα όλα αυτά από τότε», μας αποκρίνεται.
«Ελεγα ότι υπάρχει διχογνωμία μεταξύ των δανειστών: του ΔΝΤ από τη μια και της ΕΚΤ και της κομισιόν από την άλλη.
Οι μεν ήθελαν φόρους, το ΔΝΤ δεν ήθελε φόρους.
Διότι ακόμα και αν δεις την ιστοσελίδα τους, λένε ότι για να μπορεί να υπάρχει ανάπτυξη στις χώρες που δανείζονται πρέπει να υπάρχει διαθέσιμο λαϊκό εισόδημα.
Σε συνέντευξή του το 2010 στον ‘Σκάι’ ο πρόεδρος της Αργεντινής Ντε Λα Ρούα, στον οποίο είχε σκάσει η χρεοκοπία, είχε πει ότι το λάθος το δικό μου είναι ότι άφησα τον υπουργό των Οικονομικών να βάλει φόρους.
Αυτό οδήγησε στην κατρακύλα.
Και καλά οι δικοί μας δεν ακούν και δεν διαβάζουν.
Ούτε τηλεόραση δεν βλέπουν;» αναρωτήθηκε.
Ζητώντας τη γνώμη του για τις αποκρατικοποιήσεις που έχει αναχθεί σε πρώτιστο στόχο, ο κ. Ανδριανόπουλος λέει ότι «σήμερα δεν έχουν το νόημα που είχαν πριν από 15 χρόνια, κυρίως γιατί δεν υπάρχουν ενδιαφερόμενοι να αγοράσουν.
Αρα απομένουν οι επενδύσεις.
Και γι’ αυτό που μένει να κάνεις είναι τρία πράγματα: χαμηλοί και σταθεροί φορολογικοί συντελεστές.
Δεν είναι δυνατόν να αλλάζουν οι συντελεστές έντεκα φορές μέσα σε ένα χρόνο μέσα.
Δραματική περικοπή της γραφειοκρατίας και όταν λέω δραματική εννοώ ότι καταργείς διαδικασίες και όχι τις απλοποιείς.
Και τέλος λιγότερο κράτος». «Στην προσέλκυση επενδύσεων», συνεχίζει, «δεν είναι θέμα η μείωση του εργατικού κόστους.
Υπάρχουν χώρες που είναι πρώτες στις διεθνείς επενδύσεις, όπως είναι η Σιγκαπούρη, που έχουν τεράστιο εργατικό κόστος.
Εχουν όμως σταθερό σύστημα εργασιακών σχέσεων, έχουν ελάχιστη γραφειοκρατία και χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές».
«Αυτή η γάγγραινα της γραφειοκρατίας γιατί δεν καταπολεμάται;» ρωτάμε με απορία αφελούς.
«Το πρόβλημα εδώ είναι ότι το ελληνικό κράτος είναι αποικημένο από τους κομματικούς στρατούς. Δεν τολμάει κανείς να αγγίξει τη γραφειοκρατία», μας λέει, «διότι αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας σημαίνει ελάττωση του κράτους και θα πρέπει να μείνουν κάποιοι δημόσιοι υπάλληλοι χωρίς δουλειά.
Εκεί που τη δουλειά μπορεί να την κάνει ένας την κάνουν 15.
Και ουσιαστικά αυτό που γίνεται είναι να μεγαλώνει η κλίματα των υπογραφών.
Δεν πρόκειται ποτέ να γίνει επένδυση στην Ελλάδα αν δεν απεμπλακεί η χώρα από αυτόν τον κυκεώνα των γραφειοκρατικών διαδικασιών. Αυτή είναι η ουσία».
Εξάλλου ο κ. Ανδριανόπουλος θεωρεί ότι η νέα κυβέρνηση έχει ελάχιστα περιθώρια να διαπραγματευθεί. «Κατ’ αρχήν συζητάγανε για διαπραγμάτευση όλη την προεκλογική περίοδο χωρίς να έχουν ρωτήσει τον αντισυμβαλλόμενο.
Ο άλλος σου δίνει πρωτοφανή δάνεια και εσύ δεν εκπληρώνεις τις υποχρεώσεις σου.
Το μόνο που βλέπω εγώ ότι μπορεί να γίνει, αν πείσουμε ότι είμαστε συνεπείς στις δικές μας υποχρεώσεις, είναι να μας επεκτείνουν λίγο τον χρόνο της αποπληρωμής».
«Η ελάφρυνση των φόρων μπορεί να δώσει αδιέξοδο;» ρωτάμε για να μας απαντήσει ότι «αυτό έχει να κάνει με τα ισοδύναμα μέτρα που μπορεί να βρει η κυβέρνηση.
Αν π.χ. αντί να βάλει φόρους κλείσει 400 οργανισμούς δεν πρόκειται η τρόικα να φέρει αντίρρηση». «Είναι δυνατόν να χάσουν τη δουλειά τους τόσοι άνθρωποι», επισημαίνουμε για να μας υπενθυμίσει ότι «υπάρχουν 1,5 εκατ. άνεργοι στον ιδιωτικό τομέα και δεν νοιάζεται κανένας».
«Στο βάθος του μυαλού σας αισιοδοξείτε;» τον ρωτάμε για να μας πει ένα κατηγορηματικό «όχι». «Εγώ τα λέω αυτά από τότε που ξεκίνησε το μνημόνιο», συνεχίζει.
«Αν είχαν καταρτηθεί οι φορείς που είχαν δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια τότε υπήρχε η δυνατότητα να σωθούμε.
Τώρα πια βλέπω ότι ο μόνος τρόπος να σωθεί η χώρα είναι μόνο αν υπάρξει ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ. Χωρίς ανάμειξη από τις ΗΠΑ δεν βλέπω να υπάρχει σωτηρία».
Τον πάμε πολύ πίσω.
Την εποχή που η κυβέρνηση Μητσοτάκη αγωνιζόταν να περάσει μεταρρυθμίσεις και ο ίδιος μαζί με τον Στέφανο Μάνο, ως οι δύο εκπρόσωποι του φιλελεύθερου χώρου, ήταν τότε στην κυβέρνηση.
Τον ρωτάμε «αν η κυβέρνηση Mητσοτάκη είχε ολοκληρώσει τις μεταρρυθμίσεις θα ήταν άλλη η μοίρα της Ελλάδας»;
«Με το ‘αν’ δεν μπορείς να λες τίποτα. Ομως εμείς από το 1985 είχαμε βγάλει αφίσες και λέγαμε πόσα χρωστάει το κάθε νεογέννητο στην Ελλάδα. Το υπολογίσαμε περίπου στις 20.000 δρχ. Λέγαμε από τότε ότι αν συνεχίζαμε την πολιτική αυτή σε 15 χρόνια θα χρεοκοπούσαμε. Οταν μετά γίναμε κυβέρνηση τους έλεγα ότι τώρα είναι ευκαιρία να κάνουμε περικοπές στο Δημόσιο και ότι αν δεν τα κάνουμε τώρα θα περάσουν 15-20 χρόνια και θα αναγκαστούμε να τα κάνουμε με μεγαλύτερο κόπο».
Εμποδιστήκανε όμως και τότε από τα πανίσχυρα πελατειακά κυκλώματα και φτάσαμε στη σημερινή βαθιά κρίση με άγνωστη ημερομηνία εξόδου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου