ΒΗΜΑ 22/12/2002
Νίκος Νικολάου
Ολίγον ενδιαφέρει την κοινή γνώμη η μετωπική σύγκρουση κυβέρνησης και αντιπολίτευσης που εκδηλώθηκε με αφορμή τον προϋπολογισμό του 2003. Πρόκειται για την «κολόνια που κρατάει χρόνια», όπως διηγείται και το γνωστό λαϊκό άσμα. Εκείνο, νομίζω, που συγκράτησαν όλοι όσοι παρακολούθησαν την κοινοβουλευτική συζήτηση που άρχισε την περασμένη Τετάρτη και λήγει σήμερα το βράδυ είναι ότι ο προϋπολογισμός του 2003 δεν έχει απλώς τις αβεβαιότητες της διεθνούς ύφεσης και του επικείμενου πολέμου στο Ιράκ αλλά θα συσσωρεύσει νέα χρέη τα οποία θα κληθούμε όλοι οι πολίτες να πληρώσουμε τα επόμενα χρόνια.
Νίκος Νικολάου
Ολίγον ενδιαφέρει την κοινή γνώμη η μετωπική σύγκρουση κυβέρνησης και αντιπολίτευσης που εκδηλώθηκε με αφορμή τον προϋπολογισμό του 2003. Πρόκειται για την «κολόνια που κρατάει χρόνια», όπως διηγείται και το γνωστό λαϊκό άσμα. Εκείνο, νομίζω, που συγκράτησαν όλοι όσοι παρακολούθησαν την κοινοβουλευτική συζήτηση που άρχισε την περασμένη Τετάρτη και λήγει σήμερα το βράδυ είναι ότι ο προϋπολογισμός του 2003 δεν έχει απλώς τις αβεβαιότητες της διεθνούς ύφεσης και του επικείμενου πολέμου στο Ιράκ αλλά θα συσσωρεύσει νέα χρέη τα οποία θα κληθούμε όλοι οι πολίτες να πληρώσουμε τα επόμενα χρόνια.
Τα χρέη αυτά δεν εμφανίζονται στον προϋπολογισμό, αποκρύπτονται δηλαδή και πάλι από την κυβέρνηση σε μια προσπάθεια να εξωραϊστούν τα αποτελέσματά του και προπαντός να κερδηθεί πολύτιμος εκλογικός χρόνος. Για παράδειγμα, την Ολυμπιακή Αεροπορία ποιος θα την πληρώσει τελικά; Οχι φυσικά ο κ. Αν. Μαντέλης ή ο κ. Χρ. Βερελής οι οποίοι τα έξι τελευταία χρόνια όχι μόνο δεν τη νοικοκύρεψαν αλλά τη βούλιαξαν σε νέα χρέη. Οι φορολογούμενοι θα πληρώσουν τα 200 εκατ. ευρώ που είναι η καμπάνα της επιτρόπου κυρίας Λογιόλα ντε Παλάθιο και ακόμη τα δισεκατομμύρια που θα απαιτηθούν για να καλυφθούν οι αποζημιώσεις και οι μετατάξεις προσωπικού προκειμένου να ιδιωτικοποιηθεί η Ολυμπιακή. Διότι, ως γνωστόν, ο κ. Ρέστης, ο οποίος θα βγάλει το κεφάλαιο κίνησης πουλώντας τα καινούργια Airbus 340, αξιώνει να παραλάβει καθαρή, δηλαδή χωρίς χρέη, την Ολυμπιακή. Και εν τοιαύτη περιπτώσει φυσικά γιατί να μην την κρατήσει το κράτος, για να έχει ένα αντίβαρο στην ιδιωτική Aegean;
Ακούσαμε προ ημερών τον υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών κ. Ν. Χριστοδουλάκη να διαβεβαιώνει τη διοίκηση της ΟΣΠΑ ότι κανένας εργαζόμενος δεν θα απολυθεί. Οσοι φύγουν είτε θα αποζημιωθούν με τη μορφή της εθελουσίας εξόδου είτε θα μεταταγούν σε άλλες κρατικές υπηρεσίες. Στο ίδιο μήκος ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος είπε ότι η δραστική μείωση του αριθμού των υπαλλήλων της κεντρικής τράπεζας θα γίνει με εθελουσία έξοδο ή μετατάξεις. Κανένας φυσικά δεν μπορεί να απολύσει υπαλλήλους, όχι μόνο γιατί θα υπάρξουν κοινωνικές αντιδράσεις αλλά και γιατί είναι ανήθικο και ανέντιμο να στερεί το κράτος το ψωμί από ανθρώπους τους οποίους το ίδιο προσέλαβε.
Με δεδομένο όμως ότι ούτε τα ασφαλιστικά ταμεία της Ολυμπιακής ή της Τράπεζας της Ελλάδος αντέχουν τα τεράστια βάρη της εθελουσίας εξόδου, εύλογο είναι το ερώτημα ποιος θα πληρώσει τελικά. Ο κ. Ν. Χριστοδουλάκης μοιράζει υποσχέσεις ότι θα τα καλύψει ο προϋπολογισμός και έχει αναλάβει ήδη δεσμεύσεις για το Ταμείο της ΔΕΗ και για το ΤΕΒΕ. Πουθενά όμως στον προϋπολογισμό δεν εμφανίζονται αυτά τα κρυφά χρέη, τα οποία θα κληθούμε να πληρώσουμε τα επόμενα χρόνια είτε με νέους φόρους είτε με αναστολή ελαφρύνσεων.
Φοβάμαι ότι το 2003, που θα είναι μια μακρά και άτυπη προεκλογική περίοδος, θα είναι η χρονιά των ακάλυπτων ή μάλλον μεταχρονολογημένων επιταγών. Εκτός από τα χρέη που μνημονεύσαμε (και στα οποία δεν συμπεριλάβαμε τα ανοίγματα της ΑΤΕ και των συνεταιρισμών), όλα τα αιτήματα που θα διατυπώνονται ή αυτά για τα οποία η κυβέρνηση έχει υποσχεθεί διάλογο και ρύθμιση εντός του 2003 θα ικανοποιούνται με την έκδοση επιταγών με ημερομηνία πληρωμής το 2005. Αν μεν είναι η ίδια κυβέρνηση, θα δει πώς θα πάρει τότε μια νέα παράταση· αν όχι (τι τη νοιάζει;), θα πληρώσει η νέα κυβέρνηση, που με τη σειρά της θα δικαιολογηθεί στους φορολογουμένους ότι παρέλαβε καμένη γη!
Ακούσαμε προ ημερών τον υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών κ. Ν. Χριστοδουλάκη να διαβεβαιώνει τη διοίκηση της ΟΣΠΑ ότι κανένας εργαζόμενος δεν θα απολυθεί. Οσοι φύγουν είτε θα αποζημιωθούν με τη μορφή της εθελουσίας εξόδου είτε θα μεταταγούν σε άλλες κρατικές υπηρεσίες. Στο ίδιο μήκος ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος είπε ότι η δραστική μείωση του αριθμού των υπαλλήλων της κεντρικής τράπεζας θα γίνει με εθελουσία έξοδο ή μετατάξεις. Κανένας φυσικά δεν μπορεί να απολύσει υπαλλήλους, όχι μόνο γιατί θα υπάρξουν κοινωνικές αντιδράσεις αλλά και γιατί είναι ανήθικο και ανέντιμο να στερεί το κράτος το ψωμί από ανθρώπους τους οποίους το ίδιο προσέλαβε.
Με δεδομένο όμως ότι ούτε τα ασφαλιστικά ταμεία της Ολυμπιακής ή της Τράπεζας της Ελλάδος αντέχουν τα τεράστια βάρη της εθελουσίας εξόδου, εύλογο είναι το ερώτημα ποιος θα πληρώσει τελικά. Ο κ. Ν. Χριστοδουλάκης μοιράζει υποσχέσεις ότι θα τα καλύψει ο προϋπολογισμός και έχει αναλάβει ήδη δεσμεύσεις για το Ταμείο της ΔΕΗ και για το ΤΕΒΕ. Πουθενά όμως στον προϋπολογισμό δεν εμφανίζονται αυτά τα κρυφά χρέη, τα οποία θα κληθούμε να πληρώσουμε τα επόμενα χρόνια είτε με νέους φόρους είτε με αναστολή ελαφρύνσεων.
Φοβάμαι ότι το 2003, που θα είναι μια μακρά και άτυπη προεκλογική περίοδος, θα είναι η χρονιά των ακάλυπτων ή μάλλον μεταχρονολογημένων επιταγών. Εκτός από τα χρέη που μνημονεύσαμε (και στα οποία δεν συμπεριλάβαμε τα ανοίγματα της ΑΤΕ και των συνεταιρισμών), όλα τα αιτήματα που θα διατυπώνονται ή αυτά για τα οποία η κυβέρνηση έχει υποσχεθεί διάλογο και ρύθμιση εντός του 2003 θα ικανοποιούνται με την έκδοση επιταγών με ημερομηνία πληρωμής το 2005. Αν μεν είναι η ίδια κυβέρνηση, θα δει πώς θα πάρει τότε μια νέα παράταση· αν όχι (τι τη νοιάζει;), θα πληρώσει η νέα κυβέρνηση, που με τη σειρά της θα δικαιολογηθεί στους φορολογουμένους ότι παρέλαβε καμένη γη!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου