Η μεθοδολογία τύπου Siemens και το «μαύρο χρήμα» σε βαλίτσες - Τα πρόσωπα που συνθέτουν το «παζλ» της δικογραφίας
Μια λαλίστατη γραμματέας, ένας Έλληνας επιχειρηματίας που, όπως προκύπτει από τα έως τώρα στοιχεία, λειτουργούσε ως «ενδιάμεσος» για τη διανομή του μαύρου χρήματος γνωστός, δε, με την κωδική ονομασία «θείος Μίμης» αλλά και ένας Γερμανός - διευθυντικό στέλεχος μεγάλης εταιρείας που αποφάσισε να μιλήσει στις δικαστικές αρχές της χώρας του, ελπίζοντας προφανώς σε μια πιο ευνοϊκή ποινική μεταχείριση: Αυτά είναι τα πρόσωπα που συνθέτουν το «παζλ» της δικογραφίας που έχουν σχηματίσει οι ελληνικές εισαγγελικές αρχές για την υπόθεση διακίνησης μαύρου χρήματος κατά την υλοποίηση του έργου του Μετρό στην Αθήνα το χρονικό διάστημα 2003-2007.
Η νέα υπόθεση διαφθοράς, που έχει μπει πλέον για τα καλά στο «μικροσκόπιο» των δικαστικών αρχών στην Ελλάδα, παραπέμπει σε μια άλλη εμβληματική δικογραφία που έχει καταστεί για πολλούς «συνώνυμο» του «λαδώματος» και της «μίζας» με στόχο εταιρείες κολοσσοί να μονοπωλούν τα μεγάλα έργα στην Ελλάδα. Ο λόγος για την υπόθεση των «μαύρων ταμείων» της Siemens, που αυτή τη περίοδο εκδικάζεται στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας και βρίσκεται στο στάδιο της κατάθεσης μαρτύρων.
Όπως ακριβώς συνέβη στην υπόθεση της Siemens έτσι και στη νέα δικογραφία με τις αναφορές για μίζες κατά την υλοποίηση του έργου του Μετρό, μια γραμματέας σαν από μηχανής Θεός εμφανίζεται στις δικαστικές αρχές για να εισφέρει στοιχεία για τις δωροδοκίες που επί χρόνια κατέγραφε στις ατζέντες της, στο πόστο της πλάι στο υψηλόβαθμο στέλεχος της γερμανικής Deutshe Bahnn International (DBI), εταιρεία η οποία είχε συμμετάσχει στη κοινοπραξία που είχε αναλάβει τα έργα του Μετρό στην Ελλάδα.
Μάλιστα, δικαστικές πηγές μιλώντας στο «Θέμα» τόνιζαν πως πρόκειται για μια απόλυτη καταγραφή εκ μέρους της μάρτυρος - γραμματέως των ποσών που καταβλήθηκαν στην Ελλάδα και κυρίως του χρόνου που αυτά δόθηκαν. Κάτι αντίστοιχο, δηλαδή, που συνέβη και στην υπόθεση της Siemens με την κυρία Αικατερίνη Τσακάλου γραμματέα του Μιχάλη Χριστοφοράκου και τα περιβόητα σημειωματάρια της με τις επαφές του και τα «μπιλιετάκια» του άλλοτε ισχυρού άνδρα της εταιρείας προς τους τότε Έλληνες αξιωματούχους με σκοπό τη δημιουργία ενός ευνοϊκού κλίματος που θα εξασφάλιζε στην Siemens Έλλας πρωτοκαθεδρία στην κατασκευή των έργων.
Ένα ακόμη κοινό στοιχείο, όμως, των δυο δικογραφιών είναι και το γεγονός πως και στην υπόθεση των έργων του Μετρό οι Γερμανοί επιχειρηματίες ακολουθούσαν -όπως και στη Siemens- τη μέθοδο του «καπέλου» που προϋπολογίζονταν στις συμβάσεις των έργων και στη συνέχεια τα χρήματα αυτά φέρονται να διοχετεύονται στα πολιτικά κόμματα. Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει στην κατάθεσή του στις γερμανικές αρχές το μεγαλοστέλεχος της DBI και επιβεβαιώνει η Ελληνίδα γραμματέας του με τις σχετικές καταγραφές της στις ατζέντες της. Μάλιστα, ο συγκεκριμένος μάρτυρας φέρεται να καταθέτει πως για κάθε έργο που έπαιρνε στην Ελλάδα η εταιρεία του, υπολογίζονταν ένα ποσοστό της τάξεως 5% με 7% για τα πολιτικά κόμματα.
Αξιοσημείωτο όμως είναι και το γεγονός που η υπόθεση του Μετρό ανοίγει ξανά στην Ελλάδα μετά την κατάθεση του DBI στις γερμανικές δικαστικές αρχές. Κατάθεση που διαβιβάστηκε στους Έλληνες εισαγγελείς και ανακριτές στο πλαίσιο δικαστικής συνδρομής. Εξέλιξη που είχε σημειωθεί και στην υπόθεση της Siemens αφού ο Ασκός του Αιόλου για τα όσα είχαν λάβει χώρα στην Ελλάδα άνοιξε όταν πρώην υψηλόβαθμα στελέχη της «μαμάς» εταιρείας στη Γερμανία αποφάσισαν να μιλήσουν και να συνεργαστούν με τις διωκτικές αρχές της χώρας τους.
Ο «Θείος Μίμης» και η αρχειοθετημένη δικογραφίαΟι ψίθυροι ή οι κραυγές για κάποιους σχετικά με δωροδοκίες στα έργα του Μετρό δεν είχαν διαφύγει πάντως της προσοχής των ελληνικών εισαγγελικών αρχών, καθώς από το 2008 είχε διαταχθεί προκαταρκτική έρευνα από την εισαγγελία Πρωτοδικών της Αθήνας.
Η έρευνα εστίαζε στον τρόπο υλοποίησης συμβάσεων για μεγάλα έργα στην Αθήνα, πλην όμως η σχετική δικογραφία μπήκε, τότε, στο αρχείο καθώς δεν κατέστη δυνατόν να εντοπιστούν τα απαραίτητα στοιχεία. Ωστόσο, οι ελληνικές εισαγγελικές αρχές είχαν μεριμνήσει να αποστείλουν αιτήματα δικαστικής συνδρομής στην Γερμανική Δικαιοσύνη η οποία ερευνούσε επίσης την υπόθεση σε σχέση με το ρόλο που διαδραμάτισαν γερμανικές εταιρείες.
Έτσι, όταν τα στοιχεία άρχισαν να διαβιβάζονται στην Ελλάδα από τους Γερμανούς η δικογραφία ανασύρθηκε από το αρχείο και μπήκε και πάλι σε τροχιά, διπλής όμως αυτή τη φορά διερεύνησης. Τις καταγγελίες περί χρηματισμού για την υλοποίηση της σύμβασης του Μετρό «έψαχνε» τόσο η εισαγγελία Πρωτοδικών της Αθήνας όσο και η εισαγγελία Διαφθοράς. Δυο έρευνες που δεν συνδέονταν μεταξύ τους, πλην όμως κατέληξαν στο ίδια στοιχεία: Ότι στην Αθήνα η γερμανική (DBI) έκανε ...παιχνίδι με τα έργα του Μετρό και μοίραζε παράνομο χρήμα μέσω ενός ενδιάμεσου προσώπου. Πρόκειται, σύμφωνα με πληρηφορίες για Έλληνα επιχειρηματία που οι Γερμανοί αποκαλούσαν «Θείο Μίμη». Ο άνθρωπος αυτός είχε αναλάβει, σύμφωνα με την κατάθεση το υψηλόβαθμου της DBI να μοιράζει μίζες σε αξιωματούχους σε βαλίτσες οι οποία σύμφωνα με τα έως τώρα ευρήματα των αρχών ανέρχονται στο ποσό των 370.000 ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η γερμανική εταιρεία DBI που φέρεται να έκανε τις μαύρες πληρωμές, συμμετείχε στην κοινοπραξία συμβούλων Μετρό Ελλάδος με τις εταιρείες Thales (γνωστή στις ελληνικές Αρχές από τα εξοπλιστικά προγράμματα, καθώς εμπλέκεται στον εκσυγχρονισμό των φρεγατών τύπου S του Πολεμικού Ναυτικού επί υπουργίας Γιάννου Παπαντωνίου ), Lahmeyer και ΟΜΕΚ, για την υλοποίηση του σχεδιασμού και της επίβλεψης των σιδηροδρομικών έργων του μετρό.
Μάλιστα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία των Γερμανών η DBI αρχικά είχε ανοίξει ένα τραπεζικό λογαριασμό στην Ελλάδα για να πραγματοποιεί τις καταβολές, ωστόσο ο λογαριασμός αυτό έκλεισε άμεσα με τον ενδιάμεσο ...«θείο Μίμη» να αναλαμβάνει να δώσει τα χρήματα σε μετρητά τοποθετημένα σε βαλίτσες σε αξιωματούχους.
Μετά τη διαβίβαση των νέων στοιχείων η εισαγγελία άσκησε συμπληρωματικές ποινικές διώξεις σε βάρος δυο προσώπων για το αδίκημα της ενεργητικής δωροδοκίας σε συνδυασμό με τις επιβαρυντικές διατάξεις του νόμου 1608/50 περί καταχραστών του δημοσίου. Συγκεκριμένα, οι διώξεις στρέφονται σε βάρος των εκπροσώπων των εταιρειών Lahmeyer και ΟΜΕΚ. Αμφότεροι, ωστόσο, κατηγορούνται ήδη από τον περασμένο Νοέμβριο για μίζες ύψους 210.000 ευρώ μέσω εικονικών τιμολογίων στο πλαίσιο της υπογραφής της σύμβασης για την παροχή υπηρεσιών συμβούλων έργων.
Πάντως η συγκεκριμένη δικογραφία σε αυτό το στάδιο τουλάχιστον δεν περιλαμβάνει στοιχεία για εμπλοκή πολιτικών προσώπων αλλά αναφορές για προμήθειες γενικά σε πολιτικά κόμματα, χωρίς να υπάρχει κάτι πιο συγκεκριμένο ή κάποια άλλη αναφορά σε όνομα πολιτικού.
Πλέον, το «κουβάρι» της υπόθεσης έχει αναλάβει να ξετυλίξει ανακριτής, που θα προσπαθήσει να εντοπίσει τους αποδέκτες του μαύρου χρήματος, για το οποίο μιλά το υψηλόβαθμο στέλεχος της DBI...