slider

Naxios Το πρώτο blog των Κυκλάδων

Naxios

Ειρήνη Γρατσία (Monumenta): Η αστική μας κληρονομιά τελεί υπό κατεδάφιση

Απόnaxospress
Μιλώντας με την Ειρήνη Γρατσία βλέπει κανείς έναν παθιασμένο άνθρωπο που δεν έχει μόνο ιδέες και αρχές, αλλά έργο με απτά αποτελέσματα. Αφοσιωμένη στην προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, η Ειρήνη Γρατσία ίδρυσε το 2006 μαζί με άλλους αρχαιολόγους, αρχιτέκτονες και περιβαλλοντολόγους τη Monumenta, που είναι ήδη γνωστή ως ένας φορέας της κοινωνίας των πολιτών που έχει κερδίσει τον σεβασμό της κοινωνίας και των θεσμικών φορέων. Η Monumenta έχει καταγράψει στην Αθήνα 11.500 κτίρια της περιόδου 1830-1940, συλλέγει αρχεία και προφορικές μαρτυρίες και καλλιεργεί στο πεδίο τη συνείδηση της τοπικής ιστορίας και της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Με δράση συχνά ακτιβιστική υπέρ του ιδρυτικού σκοπού της, η Monumenta πασχίζει για τη διάσωση της ταυτότητας του τόπου και για τη διασφάλιση κινήτρων για τους ιδιοκτήτες.: 

– Eίναι αλήθεια πως υπάρχει κύμα κατεδαφίσεων σπιτιών του Μεσοπολέμου στις συνοικίες;

– Αυτή είναι η πραγματικότητα σήμερα, ένα τσουνάμι κατεδαφίσεων. Εκατοντάδες κτίρια κατεδαφίζονται στην Αθήνα, στις συνοικίες, στα προάστια, σε όλη τη χώρα, κτίρια κυρίως από τις δεκαετίες του 1920 και του 1930. Μιλάμε για εξαφάνιση της μεσοπολεμικής αρχιτεκτονικής, ισόγειες και διώροφες κατοικίες με τα χαρακτηριστικά του εκλεκτικισμού και του μοντέρνου κινήματος. Ή όσων δηλαδή σώζονται στην Αθήνα, αριθμός που διαρκώς μειώνεται.

– Πώς κρίνετε αυτήν την εξέλιξη;

– Στην Αθήνα περπατώ συστηματικά από το 2000. Η 1η Δημοτική Κοινότητα παρουσιάζει δύο εικόνες, αυτή της αποκατάστασης αρκετών κτιρίων για τη μετατροπή τους σε Airbnb και χώρους εστίασης και μια δεύτερη, της εγκατάλειψης. Η εικόνα της πόλης ομορφαίνει με τις αποκαταστάσεις, ταυτόχρονα όμως μετατρέπεται σε ένα απέραντο ξενοδοχείο και εστιατόριο, και τα κτίρια εξυπηρετούν μόνο αυτές τις χρήσεις και όχι της κατοικίας που είναι η πραγματική ζωή μιας πόλης. Από την άλλη, αν περπατήσουμε στη γειτονιά του Αγίου Παύλου, στη Μιχαήλ Βόδα θα δούμε πολυάριθμα εγκαταλελειμμένα κτίρια, κυρίως διατηρητέα, τα οποία οι ιδιοκτήτες τους αδυνατούν να συντηρήσουν. Στις υπόλοιπες δημοτικές κοινότητες, όπου τα παλαιά κτίρια είναι λιγότερα, όπως και τα διατηρητέα, έχουμε το κύμα των κατεδαφίσεων και την ανέγερση πολυώροφων πολυκατοικιών. Οι Αμπελόκηποι, το Παγκράτι, τα Ανω Πατήσια, η Κυπριάδου χάνουν το αρχιτεκτονικό τους απόθεμα.

– Λειτουργεί το φίλτρο των 100 ετών ως κάποιο όριο προστασίας;

– Ο νόμος ορίζει ως νεότερα μνημεία τα πολιτιστικά αγαθά που είναι μεταγενέστερα του 1830 και των οποίων η προστασία επιβάλλεται λόγω της ιστορικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής σημασίας τους. Στο άρθρο 6 τα διακρίνει σε αυτά που είναι προγενέστερα των εκάστοτε τελευταίων 100 ετών, δηλαδή μεταξύ 1830 και 1922, και σε αυτά που ανάγονται στα τελευταία 100 χρόνια. Τα πρώτα προστατεύονται πιο εύκολα λόγω της παλαιότητάς τους, οπότε σίγουρα παίζει ρόλο. Ωστόσο, είναι παράλογο να προστατεύεται πιο εύκολα το κτίριο που κτίστηκε το 1922 από αυτό που κτίστηκε το 1923, το οποίο την επόμενη χρονιά θα ενταχθεί στο αυστηρότερο πλαίσιο προστασίας. Δυστυχώς το πρόβλημα είναι με τα κτίρια από το 1923 και μετά, αυτά κατεδαφίζονται και μέχρι να περάσουν στην πρώτη κατηγορία θα έχουν χαθεί.


Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΟΜΟΡΦΑΙΝΕΙ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ, ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΟΜΩΣ ΜΕΤΑΤΡΕΠΕΤΑΙ ΣΕ ΕΝΑ ΑΠΕΡΑΝΤΟ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ.

– Πόσο σημαντικό είναι να αλλάξουν οι όροι δόμησης;

– Τα «μπόνους» δόμησης στον όγκο και στα ύψη των νέων κτιρίων που δίνει ο ΝΟΚ με διατάξεις που προστέθηκαν τα τελευταία χρόνια ενισχύουν το φαινόμενο των κατεδαφίσεων. Ξαφνικά οι δήμοι γέμισαν με πολυώροφα κτίρια, εκεί που βρίσκονταν κατοικίες με κήπους. Είναι πολύ βασικό να αλλάξουν οι όροι δόμησης γιατί, πέρα από την καταστροφή της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, οι πόλεις θα γίνουν αβίωτες.

– Τι θα συνέβαλλε καθοριστικά στην προστασία των κτιρίων;

– Ολη η προσπάθεια της προστασίας της αρχιτεκτονικής τόσο από τους αρμόδιους φορείς όσο και από την κοινωνία των πολιτών ακυρώνεται από τη στιγμή που δεν υπάρχουν κίνητρα για τους ιδιοκτήτες. Αν δεν δοθούν κίνητρα, δεν υπάρχει μέλλον για τον κτιριακό πλούτο. Και τα κίνητρα πρέπει να είναι οικονομική στήριξη τόσο για εργασίες στερέωσης όσο και αποκατάστασης. Αναμένουμε αρκετά χρόνια την εφαρμογή του προγράμματος «Διατηρώ».

– Ποιες ήταν οι μικρές – μεγάλες «νίκες»;

– Ο αγώνας είναι μεγάλος και τα αποτελέσματα μικρά, αλλά καταφέραμε να σώσουμε κάποια κτίρια (κινηματογράφος Αστρον, οικία Καλλισπέρη, πρώην 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο, κτίρια που σχεδίασε ο Νικόλαος Μητσάκης στη Μαράσλειο, κλωστοϋφαντουργία Λαναρά, Πυρκάλ Ελευσίνας, Βαμβακουργία Νέας Φιλαδέλφειας κ.ά.). Επίσης, θεωρώ ότι έχουμε καταφέρει να στρέψουμε το ενδιαφέρον του κόσμου στα κτίρια της γειτονιάς του, της πόλης στην οποία ζει.

– Υπάρχει μια νέα γενιά που δείχνει ενδιαφέρον;

– Είναι πολλοί οι νέοι που θέλουν να γνωρίσουν το έργο μας και να συνεργαστούν. Στην καταγραφή της Αθήνας συμμετείχαν περίπου 200 φοιτητές και απόφοιτοι διαφόρων σχολών. Σπουδαία η δουλειά που γίνεται σε πολλά σχολεία. Φέρνω σαν παράδειγμα το σπουδαίο πρόγραμμα «Το Παιδί, η Πόλη και τα Μνημεία» της Τεχνόπολης του Δήμου Αθηναίων σε συνεργασία με τις διευθύνσεις της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης Α΄ Αθηνών. Η Monumenta, που συμμετέχει στο πρόγραμμα, έχει ξεναγήσει πάνω από 3.000 μαθητές. Δεν κρύβω πως είναι το μόνο που με κάνει να αισιοδοξώ για το μέλλον των παλαιών κτιρίων.
«Τα κτίρια είναι οι ιστορίες των ανθρώπων»

– Με τη Monumenta δουλεύετε τώρα στον Πειραιά. Τι διαφορές από την Αθήνα έχετε εντοπίσει;

– Η καταγραφή των κτιρίων του Πειραιά ήταν ένας από τους στόχους της Monumenta. Ωστόσο, η καταγραφή αποτελεί μεγάλο εγχείρημα με πολλαπλές διαστάσεις. Περιλαμβάνει επίσης τη συλλογή προφορικών μαρτυριών και τη συλλογή στοιχείων μέσα από αρχειακό υλικό κυρίως των ιδιοκτητών και την καταχώριση όλων των πληροφοριών στη βάση δεδομένων, ώστε όλα να είναι ελεύθερα προσβάσιμα στο ερευνητικό και ευρύ κοινό. Η συνέντευξη με τους ιδιοκτήτες είναι βασικό πια στάδιο των καταγραφών μας, όπως και η συνεργασία με την τοπική κοινωνία. Εχουμε πραγματοποιήσει μέχρι σήμερα 450 συνεντεύξεις και είναι από τις σπουδαιότερες εμπειρίες της ζωής μου η συνομιλία με όλους αυτούς τους ανθρώπους. Η καταγραφή χρειάζεται οπωσδήποτε χρηματοδότηση, όπως έγινε με το πρόγραμμα της Αθήνας που έλαβε δωρεά από το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Ωστόσο, πήραμε την απόφαση να προχωρήσουμε στον Πειραιά με τις δικές μας δυνάμεις. Ημασταν τυχεροί, γιατί η αρχιτέκτων Σταματίνα Μαλικούτη, ερευνήτρια και βαθιά γνώστρια της αρχιτεκτονικής του Πειραιά, επικοινώνησε μαζί μας για να καταγράψουμε τα κτίρια της πόλης κι έτσι ξεκίνησε το πρόγραμμα καταγραφής με τη δική της επιστημονική εποπτεία. Καταγράφουμε αυτό το διάστημα τη 2η Δ.Κ. που έχει πολλά και ιδιαίτερα αξιόλογα κτίρια. Ο Πειραιάς διαθέτει σπουδαίο αρχιτεκτονικό απόθεμα, όπως και η Αθήνα. Σε πολλές περιπτώσεις οι αρχιτέκτονες που σχεδίασαν κτίρια στη μία πόλη σχεδίασαν και στην άλλη, αλλά δεν θα βρεις κανένα ίδιο. Στον Πειραιά νιώθεις πιο οικεία και πιο πολύ την έννοια της γειτονιάς ακόμη και στα κεντρικά σημεία του. Νομίζω πως η εγκατάλειψη των κτιρίων είναι μεγαλύτερη στον Πειραιά. Η παρουσία του λιμανιού είναι επίσης πολύ έντονη. Κοινό στοιχείο είναι και σε αυτόν η μεγάλη απώλεια κτιρίων λόγω κατεδαφίσεων.

– Τι έχετε αποκομίσει έπειτα από τόσα χρόνια καταγραφής και μελέτης στον αστικό χώρο;

– Το μεγάλο μου κέρδος είναι ότι όσο γνωρίζω τις πόλεις τόσο πιο πολύ τις αγαπώ. Η καταγραφή και η επαφή με τους κατοίκους τους μέσα από τις εκατοντάδες συνεντεύξεις με κάνουν να νιώθω κομμάτι τους. Τα παλιά κτίρια σε κάνουν να νιώθεις οικειότητα. Οταν πας σε πόλεις που έχουν απολέσει την αρχιτεκτονική κληρονομιά τους, νιώθεις τόσο ξένη την πόλη… Και βέβαια αυτό που κατανόησα όλα αυτά τα χρόνια είναι ότι τα κτίρια είναι οι ιστορίες των ανθρώπων, ίσως και για αυτό προσπαθώ και επιθυμώ να διατηρηθούν.
Υποτίμηση

– Για ποιο λόγο δεν έχουμε βρει ακόμη έναν τρόπο να αναδείξουμε την ιστορική διαδρομή των πόλεών μας;

– Είναι απογοητευτικό πως έπειτα από τόσο μεγάλες απώλειες, εξακολουθούμε να καταστρέφουμε το λιγοστό της νεότερης αρχιτεκτονικής κληρονομιάς που έχει απομείνει. Μοιάζει σαν να εκπαιδευτήκαμε στο ότι τα παλαιά κτίρια πρέπει να κατεδαφίζονται, σαν να είναι η αντιπαροχή η μόνη λύση. Και αυτή η λανθασμένη συσχέτιση της ανάπτυξης με την οικοδομική δραστηριότητα είναι άλλος ένας λόγος. Ποτέ δεν ήταν προτεραιότητα της πολιτείας η προστασία της νεότερης αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Επίσης, πιστεύω ότι δεν αξιολογούνται σωστά τα κτίρια που χάνονται τα τρία τελευταία χρόνια. Αποτελούν δημιουργήματα της μεσοαστικής και μικροαστικής τάξης και είναι κομμάτι της ιστορίας των πόλεων. Δεν ήταν μόνο τα μέγαρα. Μου έρχονται συχνά στο μυαλό τα λόγια του Αγγελου Δεληβορριά, «υποτιμούμε την ταπεινή έκφραση» κι έτσι διαγράφουμε την ιστορική διαδρομή των πόλεών μας.
Η συνάντηση

Βρεθήκαμε σε ένα περιβάλλον ταιριαστό με το θέμα της συζήτησης. Επιλέξαμε το εστιατόριο στον κήπο του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Αθηνών, στη Βασιλίσσης Σοφίας, για ένα μεσημεριανό κυριακάτικο γεύμα. Στο καφέ και εστιατόριο Ιlissia προτιμήσαμε μια ήσυχη γωνιά ώστε να μπορεί η συνομιλία μας να κυλήσει απρόσκοπτα με αντικείμενο ένα θέμα που παθιάζει και τους δυο μας, την Αθήνα και την αρχιτεκτονική κληρονομιά. Δοκιμάσαμε εκλεκτές μεσογειακές γεύσεις και ένα ποτήρι λευκό κρασί. Βγαίνοντας, ξαναμμένοι από τη συζήτηση και ενθουσιασμένοι με την ευκαιρία της ανταλλαγής ιδεών, περπατήσαμε στον προαύλιο χώρο του ιστορικού κτιρίου του Βυζαντινού Μουσείου, που έφερε άλλοτε τον ρομαντικό τίτλο Villa Ilissia, κατοικία της Δούκισσας της Πλακεντίας.

Συνέντευξη στην εφημερίδα Καθημερινή

Δεν υπάρχουν σχόλια: