Στην ερώτησή τους οι βουλευτές επισημαίνουν ότι το συνολικό πλαίσιο που διαμορφώνεται πλέον από την κυβέρνηση ΝΔ δρα ανασταλτικά στην προώθηση της αυτοπαραγωγής, ενώ οδηγεί σε ουσιαστική ακύρωση των ενεργειακών κοινοτήτων, και επισημαίνουν άμεσα ζητήματα που θα πρέπει να επαναξεταστούν, όπως οι τιμές αναφοράς και τα όρια ισχύος για τα φ/β στέγης, τα κίνητρα μέσω του Εξοικονομώ-Αυτονομώ και η ακύρωση των τιμωρητικών διατάξεων για τις ενεργειακές κοινότητες.
Ειδικότερα, οι βουλευτές αναφέρουν ότι παρά τις εξαγγελίες για το αντίθετο, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, τους τελευταίους 19 μήνες, στρέφεται συστηματικά κατά της ενεργειακής δημοκρατίας και του πλουραλισμού που επιτρέπει τη συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών και των πολιτών στην παραγωγή ενέργειας. Έχει βάλει στο στόχαστρο τις μικρές και πολύ μικρές επενδύσεις σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, τα μικρά έργα και τα έργα σε επίπεδο νοικοκυριού, αλλά και τις ενεργειακές κοινότητες, στο πλαίσιο της προσπάθειας αναδιάρθρωσης της αγοράς ενέργειας, προς όφελος μόνο λίγων εταιριών. Πρόκειται και για μία επιλογή που οδηγεί εν τέλει και σε μεγάλες αυξήσεις του κόστους ενέργειας, όπως φάνηκε και με τις αυξήσεις των τιμολογίων της ΔΕΗ, πολύ μεγαλύτερες από την αντίστοιχη μείωση του ΕΤΜΕΑΡ.
Η κυβέρνηση της ΝΔ επιχειρεί να ακυρώσει εντελώς τις Ενεργειακές Κοινότητες (ΕΚΟΙΝ) του Ν. 4513/2018, με το πρόσχημα «διορθωτικές» δράσεις. Με το Ν. 4643/2019 (άρθρο 44) και την Υπουργική Απόφαση ΥΠΕΝ/ΔΑΠΕΕΚ/28857/1083 (ΦΕΚ 940/Β/20-3-2020) ουσιαστικά αφαίρεσε από τις ΕΚΟΙΝ την προτεραιότητα εξέτασης όρων σύνδεσης. Με το Ν. 4759/2020 επέβαλε την ένταξη όλων των ΕΚΟΙΝ σε διαγωνιστικές διαδικασίες με ασφυκτικές προθεσμίες, δυσμενέστερες σε σχέση με τα υπόλοιπα έργα ΑΠΕ. Με τον ίδιο Νόμο επέβαλε διατάξεις τιμωρητικού χαρακτήρα, ζητώντας αναδρομικά την αλλαγή της σύνθεσης των ΕΚΟΙΝ. Εδώ και 19 μήνες, κρατά παγωμένη την χρηματοδότηση των 25 εκατ. ευρώ, μέσω, για την ενίσχυση της ίδρυσης και λειτουργίας ενεργειακών κοινοτήτων, που είχε εντάξει ο ΣΥΡΙΖΑ στο ΕΠΑΝεΚ. Το ίδιο παγωμένη παραμένει εδώ και 2 χρόνια και η χρηματοδότηση για τις Ενεργειακές Κοινότητες που είχε προβλέψει ο ΣΥΡΙΖΑ για τις λιγνιτικές περιοχές της χώρας στο πλαίσιο της Δίκαιης Μετάβασης, μέσω της ΚΥΑ 67, ΦΕΚ Β΄1149/2019, και οι πρόσφατες, νέες εξαγγελίες για ενεργοποίηση αυτής της χρηματοδότησης εντός του 2021 είναι ενδεικτικές του υποκριτικού και όψιμου ενδιαφέροντος της κυβέρνησης για το θεσμό.
Αντίστοιχα, σε ό,τι αφορά τα μικρά έργα ΑΠΕ, η κυβέρνηση ΝΔ, μέσω του Ν. 4759, επέβαλε ασφυκτικές προθεσμίες για τη διασφάλιση όρων σύνδεσης και την υπογραφή συμβάσεων, χωρίς να έχει καμία απάντηση και σχεδιασμό για την ένταξη των έργων αυτών σε διαγωνιστικές διαδικασίες. Χαρακτηριστικό είναι ότι κατά τη συζήτηση ερώτησης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ (αρ. πρωτ. 2800/17-12-2020), που συζητήθηκε με τη διαδικασία των επίκαιρων ερωτήσεων στη Βουλή την 01-02-2020, ο νέος Υπουργός ΠΕΝ δεν έδωσε καμία απάντηση ούτε για τα νέα όρια και το πλαίσιο των διαγωνιστικών διαδικασιών, ούτε για το πότε θα ισχύσουν/πραγματοποιηθούν αυτές, ούτε για το σχεδιασμό της «φιλικής προς το χρήστη πλατφόρμας» για τα μικρά έργα ΑΠΕ, για την οποία και είχε δεσμευθεί ο προκάτοχός του.
Δεν προκαλεί λοιπόν καμία έκπληξη το γεγονός ότι και σε ό,τι αφορά τα φωτοβολταϊκά στέγης (φ/β στέγης), η κυβέρνηση ΝΔ φαίνεται να ακολουθεί την ίδια αποθαρρυντική και τιμωρητική πολιτική. Κύρια έκφραση της πολιτικής αυτής είναι το κούρεμα συμβάσεων που υπέστησαν, μαζί με όλα τα έργα ΑΠΕ, οι επενδύσεις αυτές το 2014, αλλά και η νέα έκτακτη εισφορά του Ν. 4759/2020 που επέβαλε η κυβέρνηση ΝΔ σε όλα τα έργα ΑΠΕ που είχαν τεθεί σε λειτουργία προ της 31/12/2015. Θυμίζουμε ότι η νέα έκτακτη εισφορά επιβλήθηκε προκειμένου να καλυφθεί το έλλειμμα του Ειδικού Λογαριασμού των ΑΠΕ, που η πολιτική της ΝΔ δημιούργησε ξανά, τον οποίο βέβαια παρέλαβε πλεονασματικό και με μαξιλάρι ασφαλείας από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Χαρακτηριστικό της προχειρότητας αλλά και της συνολικής πολιτικής κατεύθυνσης, είναι ότι σε αυτές τις παρεμβάσεις που θίγουν την αξιοπιστία της Πολιτείας, δεν λήφθηκε επαρκώς υπόψη ο ειδικός χαρακτήρας των φ/β στέγης, τα οποία αποτελούν επενδύσεις νοικοκυριών και όχι επιτηδευματιών.
Το αποτέλεσμα αυτών των πολιτικών επιλογών είναι μετρήσιμο: μετά την «έκρηξη» της περιόδου 2009-2012, οπότε και εγκαταστάθηκαν άνω των 40,000 φ/β στέγης παρατηρήθηκε, λόγω και του κουρέματος του 2014, κάθετη πτώση στον αριθμό νέων φ/β στέγης που ενεργοποιήθηκαν μέσω του Ειδικού Προγράμματος Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων σε κτιριακές εγκαταστάσεις, με αποτέλεσμα τα νέα φ/β στέγης της περιόδου 2014-2019 μέσω του Προγράμματος να ανέρχονται σε μόλις 170. Αν και η ΥΑ ΥΠΕΝ/ΔΑΠΕΕΚ/15084/382 (ΦΕΚ Β΄ 759/05.03.2019) δίνει τη δυνατότητα μετάβασης των φ/β στέγης του Ειδικού Προγράμματος σε καθεστώς ενεργειακού συμψηφισμού ή εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού, για το υπόλοιπο της διάρκειας των συμβάσεών τους, δεν είναι σαφές πόσα από τα φ/β στέγης του Ειδικού Προγράμματος έχουν κάνει χρήση των συγκεκριμένων διατάξεων, καθώς δεν έχει ακόμη δοθεί η δυνατότητα πώλησης της περίσσειας παραγόμενης ενέργειας.
Χαρακτηριστικό είναι επίσης ότι μέσω της Υπουργικής Απόφασης ΥΠΕΝ/ΔΑΠΕΕΚ/30971/1190/2020 (ΦΕΚ 1045/Β/26-3-2020) καθορίστηκε για τα φ/β έως 6kW που είναι συνδεδεμένα με οικιακή παροχή και ανήκουν σε φυσικά πρόσωπα, τιμή αναφοράς ίση προς 0,087€/kWh. Η τιμή αυτή δεν αντικατοπτρίζει επαρκώς το σημαντικά υψηλότερο ανά μονάδα κόστος των φ/β στέγης σε σχέση με άλλα φωτοβολταϊκά έργα και τις μικρότερες περιβαλλοντικές τους επιπτώσεις, κυρίως σε ό,τι αφορά τη μη αλλαγή χαρακτήρα δασικών και αγροτικών εκτάσεων. Επιπλέον, το μικρότερο όριο των 6kW (σε σχέση με το προηγούμενο των 10 kW του Ειδικού Προγράμματος) δρα ανασταλτικά απέναντι σε εγκαταστάσεις μεγαλύτερης ισχύος, που θα είχαν καλύτερους οικονομικούς δείκτες, όταν υπάρχουν διαθέσιμες επιφάνειες κτιρίων και τα τεχνολογικά δεδομένα έχουν μεταβληθεί σημαντικά, γεγονός που αναγνώρισε και ο Υπουργός ΠΕΝ στη Βουλή στις 15/02/2021, προαναγγέλλοντας τροποποίηση της Υπουργικής Απόφασης, τουλάχιστον ως προς το όριο των 6 kW.
Επίσης ενδεικτικό της πολιτικής που ακολουθεί η κυβέρνηση ΝΔ και της απροθυμίας της να στηρίξει τα φ/β στέγης είναι το γεγονός ότι η Υπουργική Απόφαση που θα καθόριζε τις λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων αυτών δεν έχει εκδοθεί ακόμη.
Όλα τα παραπάνω, σε σχέση με την αυτοπαραγωγή και τις ενεργειακές κοινότητες είναι ενδεικτικά της αντίθεσης της πολιτικής που ακολουθεί η ΝΔ σε σχέση με την ευρωπαϊκή νομοθεσία και ιδιαίτερα σε σχέση με την Οδηγία 2018/2001, και τις διατάξεις της για στήριξη της αυτοπαραγωγής και των ενεργειακών κοινοτήτων. Ως παράδειγμα, βάσει του άρθρου 21 της Οδηγίας, οι αυτοκαταναλωτές ενέργειας από ΑΠΕ οφείλουν να λαμβάνουν αμοιβή για την αυτοπαραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια από ΑΠΕ που διοχετεύουν στο δίκτυο. Επιπλέον, βάσει του άρθρου 22, η Ελλάδα οφείλει να παρέχει ευνοϊκό πλαίσιο για την προώθηση και τη διευκόλυνση της ανάπτυξης ενεργειακών κοινοτήτων, το οποίο φυσικά δεν υφίσταται σήμερα κατόπιν των αντι-μεταρρυθμίσεων της ΝΔ των τελευταίων 19 μηνών.
Δείτε συνημμένο το πλήρες κείμενο της ερώτησης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου