Μια αγαπημένη συνήθεια της ελληνικής – και όχι μόνο – Αριστεράς, ήταν να προσπαθεί να συνδεθεί με διεθνή υποδείγματα.
Οι επιλογές που προσφέρονταν διαχρονικά ήταν αρκετές και έτσι, στα πλαίσια του λεγόμενου προλεταριακού διεθνισμού, τα αριστερά κόμματα συνδέθηκαν κατά καιρούς με τη Σοβιετική Ένωση, την Κίνα του Μάο, την Κούβα του Κάστρο, την Βενεζουέλα του Τσάβες και του Μαδούρο.
Ποιο πρόσφατες, στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, υπήρξαν οι κινήσεις «αδελφικής αλληλεγγύης» των αριστερών κομμάτων του Ευρωπαϊκού Νότου, όπως του ΣΥΡΙΖΑ με τους Podemos του απελθόντος Ιγγλέσιας.
Μετά την αποτυχημένη κατάληξη όλων των παραπάνω υποδειγμάτων, οι κατά τόπους αριστερές, έχουν μείνει μετέωρες και αμήχανες, χωρίς μπούσουλα αντίληψης και πολιτικής. Και έτσι, στα πλαίσια του διεθνιστικού κενού που έχει προκύψει, η καθ' ημάς Αριστερά και ειδικότερα ο ΣΥΡΙΖΑ, ψάχνει σανίδα σωτηρίας στην οικειοποίηση νέων ιδεολογικών προτύπων σε δύο επίπεδα: στην Αμερική του νεοεκλεγμένου Προέδρου Μπάυντεν, καθώς και στους ανερχόμενους Πράσινους της Γερμανίας. Όλα αυτά, αφού προηγήθηκε σκληρή προσπάθεια εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ να συνάψει οργανικές σχέσεις με τους Ευρωπαίους σοσιαλιστές, η οποία δεν απέδωσε και δεν αποδίδει επειδή τα περισσότερα Ευρωπαϊκά σοσιαλιστικά κόμματα βρίσκονται σε σταθερή εκλογική υποχώρηση. Έτσι, αναζητούνται «καινούργια κοσκινάκια».
Όμως, η νέα και σαφώς ευκαιριακή προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ, να στηριχθεί σε ανερχόμενα πολιτικά παραδείγματα όπως του Μπάυντεν και των Πρασίνων, βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρά ζητήματα: το πρώτο αφορά τις αβυσσαλέες πολιτικές διαφορές ουσίας ανάμεσα σε ένα λαϊκίστικο αριστερό κόμμα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, με τον φιλελεύθερο πόλο του αμερικανικού πολιτικού συστήματος, όπως επίσης και εξίσου μεγάλων διαφορών με την κεντρώας προέλευσης οικολογία, όπως αυτή διαφαίνεται να τροφοδοτεί την βασική πολιτική των Γερμανών Πρασίνων. Βέβαια περί ορέξεως ουδέν πρόβλημα, καθότι ο καθένας μπορεί να εκθειάζει και ν' ακολουθεί τα πρότυπα που θέλει. Όμως, αυτό που τελικά δεν μπορεί να αποκρυβεί, και αυτό είναι το δεύτερο ζήτημα, είναι η αδυναμία των αναζητούντων διεθνή πρότυπα, να δώσουν μια αυτόνομη πολιτική απάντηση στα συγκεκριμένα ζητούμενα της κοινωνίας και της χώρας τους.
Να το θέσουμε ευθέως: σε συνθήκες βαθιάς αποσύνθεσης των αριστερών προτύπων και στερεοτύπων παγκοσμίως, αλλά και στην χώρα μας, η ελληνική αριστερά εξαιτίας της αδυναμίας της να συγκροτήσει πολιτικό λόγο και πράξη για τα εγχώρια διακυβεύματα, καταφεύγει σε προσπάθεια μεταφοράς πολιτικής άποψης, αλλά κυρίως αίγλης και κύρους, από ανερχόμενες διεθνώς πολιτικές τάσεις και φορείς. Όμως αυτό έχει τη μηδαμινή αξία ενός αντιγράφου και μάλιστα κακέκτυπου, όπως όλες οι αντιγραφές απέναντι στις αυθεντικές προσπάθειες.
Η Ελλάδα έχει μπροστά της ειδικά προβλήματα αναθεμελίωσης, που απαιτούν συγκεκριμένες και πρωτότυπες πολιτικές, οι οποίες εκ των πραγμάτων βρίσκονται σε απόσταση και θέτουν άλλες προτεραιότητες, σε σχέση με δύο πολύ ανεπτυγμένες χώρες του κόσμου, όπως οι ΗΠΑ και η Γερμανία. Το ότι πρέπει να δρούμε συντονισμένα απολύτως σε συνθήκες παγκοσμιότητας, δεν αλλάζει την διαφορετικότητα των κοινωνιών και τις ξεχωριστές ανάγκες που αυτές έχουν. Τέλος, η αριστερά δεν πρέπει να ξεχνά, ότι οι εφαρμοσμένες ιδέες της περί κοινωνικής οργάνωσης έχουν αποδοκιμαστεί και ξεπεραστεί στα πλαίσια ενός κόσμου που όντως αλλάζει ραγδαία και γι' αυτό ακριβώς τον λόγο δεν χρειάζονται σήμερα, συνταγές και λύσεις ξεπερασμένων εποχών. Τις οποίες, όμως, έσπευσε να μας θυμίσει και η κ. Αχτσιόγλου, με θαυμαστή ειλικρίνεια πρέπει να ομολογήσουμε, με τη φράση «η Αριστερά δεν τα καταφέρνει σε συνθήκες κανονικότητας». Με άλλα λόγια, ότι ακόμα εκεί στον ΣΥΡΙΖΑ, συγκινούνται και καθοδηγούνται από τη θέση του Μάο «μεγάλη ταραχή, υπέροχη κατάσταση». Αλλά έτσι, δεν σε σώζει κανένας Μπάυντεν και κανένας Πράσινος Γερμανός.
Πηγή:
iefimerida.gr -
https://www.iefimerida.gr/politiki/i-aristera-se-politiko-keno?utm_medium=Social&utm_source=Twitter#Echobox=1620660939