Διαβάστε το άρθρο του κυρίου Αρβανιτόπουλου στην Καθημερινή της Κυριακής:
Η κυβέρνηση ενσυνείδητα και βάσει σχεδίου επεδίωξε εξ αρχής τη ρήξη με τη Νέα Δημοκρατία στο θέμα του μνημονίου δανεισμού. Αρνήθηκε τη σύγκληση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας πριν από τη ψήφιση των μέτρων και ταυτόχρονα αρνήθηκε οποιαδήποτε πρόταση της αντιπολίτευσης κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο
Οταν το ΠΑΣΟΚ ανέλαβε τα ηνία της διακυβέρνησης καθυστέρησε επτά κρίσιμους μήνες να αντιμετωπίσει τη πραγματικότητα και να λάβει τα κατάλληλα μέτρα. Μέτρα δεν πάρθηκαν, οι αγορές έχασαν την εμπιστοσύνη τους στην ικανότητα της κυβέρνησης να διαχειριστεί το έλλειμμα της χώρας και αυτό οδήγησε στην εκτόξευση των επιτοκίων δανεισμού. Οταν η προσφυγή στον μηχανισμό στήριξης κατέστη μονόδρομος, το ΠΑΣΟΚ παραδόθηκε αμαχητί, αποδεχόμενο ένα σύνολο μέτρων τα οποία αναμφίβολα οδηγούν σε έναν φαύλο κύκλο -ύφεσης - ελλειμμάτων - νέων σκληρών μέτρων - και κατά συνέπεια βαθύτερης ύφεσης. Κάθε πρόταση της αντιπολίτευσης για άμεση λήψη αναπτυξιακών μέτρων απορρίφθηκε. Πέραν τούτου, η κυβέρνηση ζητούσε από την αντιπολίτευση να ψηφίσει ένα μηχανισμό χρηματοδότησης, το ένα τρίτο του οποίου αφορά μέτρα που δεν έχουν ακόμη καθοριστεί.
Για τη Νέα Δημοκρατία, η ανάγκη διαρθρωτικών αλλαγών και μεταρρυθμιστικών τομών, αποτελούν πάγιες προτεραιότητες της πολιτικής της.
Η αξιωματική αντιπολίτευση δεν καταψήφισε την προσφυγή στον μηχανισμό στήριξης που θα πέρναγε έτσι και αλλιώς λόγω της άνετης κυβερνητικής πλειοψηφίας. Καταψήφισε το μείγμα των μέτρων ως μη ανταποκρινόμενο στις αναπτυξιακές ανάγκες της εθνικής μας οικονομίας, δεσμευόμενη όμως για την εκπλήρωση στο ακέραιο των υποχρεώσεων που ανέλαβε η χώρα προς τους δανειστές της. Επίσης, αρνήθηκε να συμπράξει στην κακοστημένη παράσταση με την οποία η κυβέρνηση επιχείρησε, προβάλλοντας ψευδεπίγραφα διλήμματα, να απεμπλακεί από την προεκλογική παροχολογία και τις περίφημες διαβεβαιώσεις ότι τα «λεφτά υπάρχουν», που οδήγησαν στην ενσυνείδητη εξαπάτηση του ελληνικού λαού. Οταν ο σημερινός πρωθυπουργός γνώριζε πλήρως την άσχημη κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και παρ’ όλα αυτά συνέχιζε να τάζει ανεύθυνα στους πάντες, τα πάντα.
Οι ίδιοι που επικρίνουν την αντιπολίτευση για την καταψήφιση του πακέτου στήριξης προεξοφλούν την αποτυχία των σκληρών μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί, τη λήψη νέων σκληρότερων μέτρων, την κοινωνική έκρηξη και τη συνακόλουθη πολιτική αστάθεια. Εάν η λήψη νέων μέτρων μοιάζει σχεδόν αναπόφευκτη, η κοινωνική και πολιτική αστάθεια μπορεί και πρέπει να αποφευχθούν, και αυτό προσπαθεί η αντιπολίτευση να επιτύχει με τη στάση της. Με την εγγραφή, δηλαδή μιας εναλλακτικής πρότασης, που θα δώσει ελπίδα και προοπτική στην ελληνική κοινωνία.
Aλλωστε, αυτή είναι η θεσμική ευθύνη των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Οχι να συγκυβερνούν, αλλά να αντιπολιτεύονται υπεύθυνα, προβάλλοντας εναλλακτικές πολιτικές και οικονομικές προτάσεις. Κάτι αντίστοιχο συνέβη και στην Ισπανία, την εβδομάδα που πέρασε, όταν το κεντροδεξιό Λαϊκό Κόμμα του Rajoy καταψήφισε τα μέτρα της κυβέρνησης Θαπατέρο. Το να εγκαλείται, λοιπόν, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης επειδή ασκεί τον θεσμικό του ρόλο, τον έλεγχο δηλαδή των κυβερνητικών αποφάσεων και επιλογών, είναι τουλάχιστον παράδοξο.
* Ο καθηγητής Κων/νος Αρβανιτόπουλος είναι διευθυντής του Πολιτικού Γραφείου του προέδρου της Ν.Δ.